Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016

Χορήγηση Βεβαίωσης Ασφαλιστικής Ενημερότητας από τον Ε.Φ.Κ.Α. μέχρι 28.2.2017.



Το link: https://diavgeia.gov.gr/doc/%CE%A8%CE%9E%CE%A0%CE%99465%CE%981%CE%A9-%CE%A1%CE%98%CE%9B?inline=true


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αθήνα 30/12/2016
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Α.Π. Φ.80000/οικ.61691/2216
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝ/ΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Δ/νση Κύριας Ασφ/σης Μισθωτών & Ασθένειας



ΘΕΜΑ:

Χορήγηση Βεβαίωσης Ασφαλιστικής Ενημερότητας από τον Ε.Φ.Κ.Α. μέχρι 28.2.2017.



Όπως είναι γνωστό οι Βεβαιώσεις Ασφαλιστικής Ενημερότητας εκδίδονται για λογαριασμό Νομικών Προσώπων ή Φυσικών Προσώπων που είναι υποκείμενα καταβολής ασφαλιστικών εισφορών ή είναι κατά νόμο υπεύθυνοι νομικών προσώπων, σύμφωνα με την μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία, για την είσπραξη εκκαθαρισμένων απαιτήσεων από το Δημόσιο και Οργανισμούς του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, για την μεταβίβαση κινητής και ακίνητης περιουσίας, για τη θεώρηση βιβλίων και στοιχείων από ΔΟΥ, κ.λ.π..
Ασφαλιστικά ενήμεροι είναι όσοι δεν οφείλουν στον Φορέα ληξιπρόθεσμες και απαιτητές εισφορές ή οφείλουν και έχουν προβεί σε τμηματική καταβολή των εισφορών, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ρύθμισης οφειλών και τηρούν τους όρους αυτής.
Από 1/1/2017 ημερομηνία ένταξης στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) των υφιστάμενων φορέων κύριας ασφάλισης σύμφωνα με το άρθρο 53 του N.4387/2016 (Α, 85), θα χορηγείται ασφαλιστική ενημερότητα σύμφωνα με τις υφιστάμενες μέχρι 31/12/2016 καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων φορέων, από τις αρμόδιες κατά την 31/12/2016 υπηρεσίες τους, οι οποίες θα λειτουργούν ως υπηρεσίες του Ε.Φ.Κ.Α..

Στις περιπτώσεις ασφαλισμένων / εργοδοτών οι οποίοι μέχρι 31/12/2016 απευθύνονταν σε περισσότερους φορείς προκειμένου να τους χορηγηθεί Βεβαίωση Ασφαλιστικής Ενημερότητας, θα εξακολουθούν να λαμβάνουν, κατά τα ανωτέρω, Βεβαίωση Ασφαλιστικής Ενημερότητας από τις αρμόδιες κατά την 31/12/2016 υπηρεσίες κάθε εντασσόμενου φορέα.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για κάθε παραστατικό το οποίο θα εκδίδεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κάθε εντασσόμενου στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέα και επέχει θέση ασφαλιστικής ενημερότητας, όπως πιστοποιητικά οφειλής που χορηγούνται σε περίπτωση υπαγωγής σε ρύθμιση και τήρησης των όρων της κ.λ.π..

Παρακαλούνται οι υπηρεσίες των εντασσόμενων στον Ε.Φ.Κ.Α. φορέων για την εφαρμογή των ανωτέρω και την συνέχιση της διαδικασίας έκδοσης Βεβαίωσης Ασφαλιστικής Ενημερότητας σύμφωνα με την μέχρι σήμερα ισχύουσα κατά περίπτωση νομοθεσία και την ενημέρωση των υπόχρεων καταβολής εισφορών και των κατά νόμο υπευθύνων φυσικών ή νομικών προσώπων.


Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Απογραφή στο Μητρώο εργοδοτών - εισφερόντων Ε.Φ.Κ.Α., υπόχρεος, διαδικασία απογραφής κ.α. από 01/01/2017.


Το link της απόφασης:


https://diavgeia.gov.gr/doc/%CE%A9%CE%964%CE%A9465%CE%981%CE%A9-%CE%9C%CE%9C%CE%91?inline=true

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αθήνα 30/12/2016
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Α.Π. Φ.80000/οικ.61676/2213
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝ/ΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Δ/νση Κύριας Ασφ/σης Μισθωτών & Ασθένειας



ΘΕΜΑ:

Απογραφή στο Μητρώο εργοδοτών - εισφερόντων Ε.Φ.Κ.Α., υπόχρεος, διαδικασία απογραφής κ.α. από 01/01/2017.



Σας γνωρίζουμε ότι στο Φ.Ε.Κ. 85, τεύχος Α΄/12.5.2016 δημοσιεύτηκε ο νόμος 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος-Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις» με τον οποίο συνιστάται Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)», στον οποίο εντάσσονται αυτοδίκαια οι υφιστάμενοι φορείς κύριας ασφάλισης, σύμφωνα με το άρθρο 53.
Ο σημαντικότερος πόρος του νέου Ενιαίου Φορέα για την υλοποίηση των παροχών προς τους ασφαλισμένους του και την εκπλήρωση της κοινωνικοασφαλιστικής αποστολής του, είναι οι θεσμοθετημένες εισφορές που υποχρεούνται να καταβάλουν οι εισφέροντες, μεταξύ των οποίων είναι και οι εργοδότες για τους απασχολούμενους μισθωτούς τους.
Ως εργοδότης, χαρακτηρίζεται το φυσικό η νομικό πρόσωπο Δημοσίου ή Ιδιωτικού δικαίου που απασχολεί πρόσωπο η πρόσωπα υπαγόμενα στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. όπως περιγράφεται στις επιμέρους διατάξεις αυτού.
Σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 38 του Ν.4387/2016 , οι εισφορές δηλώνονται από τον εργοδότη στην Α.Π.Δ., σύμφωνα με την ισχύουσα κατά τη δημοσίευση του νόμου νομοθεσία του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., αναλόγως εφαρμοζόμενης. 

Βασική προϋπόθεση για την ασφαλιστική τακτοποίηση των απασχολούμενων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτή, είναι η ΑΠΟΓΡΑΦΗ του εργοδότη στο ΜΗΤΡΩΟ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ- ΕΙΣΦΕΡΟΝΤΩΝ.

Κατά συνέπεια από 1/1/2017, ημερομηνία ένταξης στον Ε.Φ.Κ.Α. του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. αλλά και των λοιπών εντασσόμενων φορέων, οι ήδη απογεγραμμένοι εργοδότες του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. καθώς και οι εργοδότες που θα απογραφούν από την ημερομηνία αυτή στον Ε.Φ.Κ.Α., για απασχόληση μισθωτού που υπάγεται στην ασφάλιση του νέου φορέα Ε.Φ.Κ.Α.
και θα παρακολουθείται από το Ο.Π.Σ./Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. μέσω της υποβολής Α.Π.Δ, θα ακολουθείται η μέχρι σήμερα διαδικασία κατά τα ισχύοντα του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., για την απογραφή και την δήλωση των στοιχείων ασφάλισης στην Α.Π.Δ., με τοπική αρμοδιότητα όπως αυτή ισχύει από τον Κανονισμό του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., στα πλαίσια της χωρικής αρμοδιότητας των κατά τόπο ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ..

Στο πλαίσιο αυτό, για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων από τις υπηρεσίες σας αλλά και την πληροφόρηση των ενδιαφερομένων, επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Με την έναρξη της απασχόλησης προσωπικού, που υπάγεται στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α., ο εργοδότης υποχρεούται να απογράφεται στα Μητρώο Εργοδοτών-Εισφερόντων. 

Ο εργοδότης υποβάλλει την αίτηση απογραφής στο Υποκατάστημα/Παράρτημα/Γ.Κ.Α Ι.Κ.Α. -Ε.Τ.Α.Μ., στην ασφαλιστική περιοχή του οποίου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησής του, ανεξάρτητα αν απασχολεί ή όχι προσωπικό σ΄ αυτή.

Αν ο εργοδότης διατηρεί περισσότερες εγκαταστάσεις (παραρτήματα) εντός ή εκτός της ασφαλιστικής περιοχής της έδρας του και στις οποίες απασχολεί προσωπικό, υποχρεούται να τις δηλώσει στο Υποκατάστημα της έδρας του προκειμένου να επιτευχθεί η ενιαία απογραφή έδρας και παραρτημάτων της επιχείρησης με απόδοση ενός μοναδικού Αριθμού Μητρώου Εργοδότη-Εισφέροντα (Α.Μ.Ε.).

Η διαδικασία απογραφής υποστηρίζεται και από ειδικό έντυπο με τίτλο «Αίτηση - Δήλωση Απογραφής Εργοδότη-Εισφέροντα», το οποίο χορηγείται από οποιοδήποτε Υποκατάστημα/ Παράρτημα/Γ.Κ.Α. Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. και είναι διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο http://www.ika.qr.

Κατόπιν λοιπόν των ανωτέρω, για την άμεση και ομαλή μετάβαση από 1/1/2017 ένταξης στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, των υπαγόμενων προσώπων σε αυτόν, κάνοντας χρήση της ολοκληρωμένης υπάρχουσας διαδικασίας (Ο.Π.Σ.), απογραφής, δήλωσης ασφαλιστικών στοιχείων και παρακολούθησης αυτών, παρακαλούμε για την συνέχιση της διαδικασίας απογραφής των υπόχρεων εργοδοτών στα πλαίσια της χωρικής αρμοδιότητας, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα.


Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 38 (ενιαίοι κανόνες εισφορών για τους μισθωτούς ασφαλισμένους στον ΕΦΚΑ και τους εργοδότες τους) και της παρ. 5 του άρθρου 40 του Ν.4387/2016 (Α, 85)

Κάντε κλικ :
https://diavgeia.gov.gr/doc/%CE%A9%CE%964%CE%A9465%CE%981%CE%A9-%CE%9C%CE%9C%CE%91?inline=true
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αθήνα, 30/12/2016
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Αρ.Πρωτ.:Φ.80000/οικ. 61689/2215
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦ/ΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ & ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ (Δ13)

ΤΜΗΜΑ A΄



ΘΕΜΑ:

Οδηγίες για την εφαρμογήων διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 38 και της παρ. 5 του άρθρου 40 του Ν.4387/2016 (Α, 85)



Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 85, τεύχος Α΄/12.5.2016 δημοσιεύτηκε ο νόμος 4387/2016 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας-Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού συστήματος-Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις».

Ειδικότερα:


1. ΚΛΑΔΟΣ ΚΥΡΙΑΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

Με το άρθρο 38 του Ν.4387/2016 θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες εισφορών για τους μισθωτούς ασφαλισμένους στον ΕΦΚΑ και τους εργοδότες τους. Με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του ανωτέρω άρθρου ορίζονται τα ακόλουθα:

α. Για τους ασφαλισμένους που υπάγονταν στην ασφάλιση του Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων (ΤΑΝΠΥ) του ΟΑΕΕ ως έμμισθοι ασφαλισμένοι, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, από 1/1/2017 καταβάλλεται για τον κλάδο σύνταξης, ασφαλιστική εισφορά ποσοστού 20% που επιμερίζεται ως εξής:
για το έτος 2017 σε 17,00 % για τον ασφαλισμένο και 3 % για τον εργοδότη,
για το έτος 2018 σε 10,00 % για τον ασφαλισμένο και 10 % για τον εργοδότη,
από 1/1/2019 και εφεξής σε 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33 % για τον εργοδότη.

β. Για τους ασφαλισμένους που έως την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 υπάγονταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ (ΤΣΜΕΔΕ, ΤΣΑΥ) και παρέχουν εξαρτημένη εργασία, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση καταβάλλεται από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 38 του Ν.4387/2016 .

Παραδείγματα:
i) Παλαιός ασφαλισμένος - μηχανικός που παρείχε εξαρτημένη εργασία σε κατασκευαστική εταιρεία στον ιδιωτικό τομέα υπαγόταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ -ΤΣΜΕΔΕ, και κατέβαλλε συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη. Από 1/1/2017, για τον εν λόγω ασφαλισμένο καταβάλλεται εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του Ν.4387/2016 , δηλαδή συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη.
ii) Παλαιός ασφαλισμένος - ιατρός που παρείχε εξαρτημένη εργασία σε ιδιωτική κλινική, υπαγόταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ - ΤΣΑΥ, και κατέβαλε ο ασφαλισμένος ως μηνιαία εισφορά το σταθερό ποσό των €188,30 και ο εργοδότης εισφορά ύψους 13,33% επί των αποδοχών του ασφαλισμένου. Από 1/1/2017, για τον εν λόγω ασφαλισμένο καταβάλλεται εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του Ν.4387/2016, δηλαδή συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη.

γ. Οι διευθυντές, γενικοί διευθυντές, εντεταλμένοι, διευθύνοντες ή συμπράττοντες σύμβουλοι, διοικητές εταιριών ή συνεταιρισμών εφόσον συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας για τις εισπραττόμενες αμοιβές, καταβάλλουν από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη, που υπολογίζεται επί του συνολικού ποσού των αμοιβών.

δ. Τα πρόσωπα που διορίζονται ως μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. και λαμβάνουν αμοιβή ή αποζημίωση όποιας μορφής για την ιδιότητά τους αυτή (δηλαδή ως μέλη Δ.Σ.), καταβάλλουν από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33% για τον εργοδότη που υπολογίζεται επί της αμοιβής κατ΄ αποκοπή.
Σημειωτέον ότι εφόσον η ανωτέρω αμοιβή καταβάλλεται άπαξ κατ΄ έτος, αυτή διαιρείται δια 12 και κατανέμεται σε έκαστο των μηνών, και επί των μηνιαίων ποσών καταβάλλονται οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές. Εννοείται ότι αν για τη συμμετοχή τους ως μέλη Δ.Σ. Α.Ε. δεν λαμβάνουν αμοιβή ή αποζημίωση όποιας μορφής δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών.

ε. Τα μέλη Δ.Σ. αγροτικών συνεταιρισμών, εφόσον λαμβάνουν αμοιβή λόγω της ιδιότητάς τους ως μέλη Δ.Σ., καταβάλλουν από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ποσοστού 20% επιμεριζόμενη κατά ποσοστό 6,67 % για τον ασφαλισμένο και 13,33 % για τον εργοδότη που υπολογίζεται επί της αμοιβής.

στ. Για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών, δηλαδή τη μισθωτή απασχόληση, καταβάλλεται από 1/1/2017 ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 38 του Ν.4387/2016.
Επισημαίνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1512/1985 που προβλέπουν την καταβολή εργοδοτικής εισφοράς σε δικηγόρους με έμμισθη εντολή καταργούνται από 1.1.2017


Παράδειγμα:

Παλαιός ασφαλισμένος δικηγόρος που απασχολείται με έμμισθη εντολή σε δικηγορικό γραφείο, υπαγόταν στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ - Τομέας Ασφάλισης Νομικών, και κατέβαλε μηνιαία εισφορά ίση με την εισφορά του ελεύθερου επαγγελματία, επιμεριζόμενη κατά 1/3 (6,67%) στον ασφαλισμένο και κατά 2/3 (13,33%) στον εργοδότη. Επιπλέον, ο εργοδότης κατέβαλλε μηνιαία εισφορά ύψους 3% επί των αποδοχών για ποσό μέχρι το βασικό μισθό του 13 ου μισθολογικού κλιμακίου δημοσίου πολιτικού υπαλλήλου και 5% για το επιπλέον ποσό των αποδοχών.
Από 1/1/2017 για τον εν λόγω ασφαλισμένο καταβάλλεται εισφορά σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του Ν.4387/2016 , δηλαδή συνολική εισφορά ύψους 20%, επιμεριζόμενη κατά 6,67% στον ασφαλισμένο και κατά 13,33% στον εργοδότη, υπολογιζόμενη επί των αποδοχών του ασφαλισμένου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω διάταξη.

ζ. Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 40 του Ν.4387/2016 , οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί - ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών, από 1.1.2017 καταβάλλουν μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για απασχολούμενους με αμοιβή ανειδίκευτους εργάτες σε αγροτικές εργασίες της πρωτογενούς αγροτικής δραστηριότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 52 του Ν.3518/2006 , σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις ή σε αγροτικούς συνεταιρισμούς, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή και το μέγεθος αυτών, όπως εργάτες ζωικής παραγωγής (βουστάσιο, χοιροτροφική μονάδα, πτηνοτροφείο, εκτροφείο γουνοφόρων ζώων) εργάτες φυτικής παραγωγής (μανιτάρια, φύκια κ.λ.π.), αλιεργάτες, εργάτες ιχθυοκαλλιέργειας, δύτες στον πρωτογενή αγροτικό τομέα, καθώς επίσης και πολίτες τρίτων χωρών που σύμφωνα με το Ν.4251/2014 προσκαλούνται από εργοδότες με σκοπό την απασχόληση σε αγροτικές εργασίες για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικών εισφορών Κλάδου Σύνταξης για τα πρόσωπα αυτά ορίζεται στην Υ.Α. Φ11321/οικ.45947/1757/19-12-2016, η οποία έχει αποσταλεί στο Εθνικό Τυπογραφείο προς δημοσίευση.
Ειδικότερα, η ασφαλιστική εισφορά Κλάδου Κύριας Σύνταξης, για τους ανωτέρω ορίζεται ως εξής:
για το έτος 2017 σε 15,5% (1,67% ασφαλισμένου και 13,83% εργοδότη),
για το έτος 2018 σε 17,01% (3,34 % ασφαλισμένου και 13,67 % εργοδότη),
για το έτος 2019 σε 18,5 % (5 % ασφαλισμένου και 1 3,5 % εργοδότη),
για το έτος 2020 και εφεξής σε 20% (6,67 % ασφαλισμένου και 13,33 % εργοδότη).


2. ΣΥΝΕΙΣΠΡΑΤΤΟΜΕΝΑ

Ως γνωστόν οι παρέχοντες με αμοιβή κατά κύριο επάγγελμα εξαρτημένη εργασία, υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση των συνεισπραττόμενων από το τέως Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. κλάδων ΑΝΕΡΓΙΑΣ (Ο.Α.Ε.Δ. - Λ.Α.Ε.Κ., Ο.Α.Ε.Δ. - Λ.ΠΕ.ΑΕ) Ο.Ε.Κ. (ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ) & Ο.Ε.Ε. (ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ).
Συνεπώς, από 1/1/2017 ως προς τα ανωτέρω συνεισπραττόμενα συνεχίζουν να έχουν εφαρμογή τα ισχύοντα, για τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων α, β, γ, στ, ζ, για τα οποία υπάρχει υποχρέωση ασφάλισης στους ανωτέρω Κλάδους (ΟΑΕΔ, ΟΕΕ, ΟΕΚ). Όμως, για τα πρόσωπα των ανωτέρω περιπτώσεων δ΄ και ε΄ δεν καταβάλλονται εισφορές υπέρ συνεισπραττόμενων κλάδων, επειδή οι αμοιβές/αποζημιώσεις από τη συμμετοχή τους ως μέλη Δ.Σ. δεν απορρέουν από σύναψη σχέσης εξαρτημένης εργασίας.


3. ΕΙΣΦΟΡΑ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗΣ

Για όλες τις ανωτέρω κατηγορίες καταβάλλεται εισφορά υπέρ υγειονομικής περίθαλψης σε χρήμα και σε είδος , σύμφωνα με το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν.4387/2016 . Ειδικότερες λεπτομερείς οδηγίες για την εφαρμογή του άρθρου 41 θα δοθούν πολύ σύντομα.


4. ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ

"Όσον αφορά την επικουρική ασφάλιση για όλες τις ανωτέρω κατηγορίες ασφαλισμένων, πλην των προσώπων της ανωτέρω περίπτωσης 1 ζ, καταβάλλονται οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97 του Ν.4387/2016 
(σχετική εγκύκλιος η υπ΄αριθμ. Φ80020/οικ22104/Δ15.405/30.6.2016/ ΑΔΑ: ΩΒΔ4465Θ1Ω-ΒΥ0).

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 39, 40 και 98 του ν.4387/2016 – Καθορισμός ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών από 1/1/2017

Κάντε κλικ για την εγκύκλιο:
https://diavgeia.gov.gr/doc/7%CE%97%CE%9C5465%CE%981%CE%A9-%CE%9A%CE%9F7?inline=true

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αθήνα, 30/12/2016
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Αρ.Πρωτ.: Φ.80000/οικ. 61327/1484
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Δ/ΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΩΝ (Δ14)



ΘΕΜΑ: Εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 39, 40 και 98 του N .4387/2016 -Καθορισμός ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών από 1/1/2017.


Με τις διατάξεις των άρθρων 39 και 40 του N.4387/2017 επέρχονται μεταβολές από 1.1.2017 στο καθεστώς υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών, των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών που υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΑΕΕ, του ΕΤΑΑ και του ΟΓΑ, όπως αυτές ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του N.4387/2016, ανεξάρτητα από το χρόνο υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση (ασφαλισμένοι πριν και μετά την 1/1/1992).
Βασικό γνώρισμα του νέου καθεστώτος είναι η μετάβαση για τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών από το τεκμαρτό εισόδημα (ασφαλιστικές κατηγορίες για ΟΑΕΕ και ΟΓΑ και νέους ασφαλισμένους του ΕΤΑΑ), και τις σταθερές μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές (για τους παλαιούς ασφαλισμένους του ΕΤΑΑ), στο πραγματικό εισόδημα που προκύπτει από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Ειδικότερα, ανά κατηγορία ασφαλισμένων, σας γνωρίζουμε τα εξής:

Α. Εισφορές ελευθέρων επαγγελματιών προερχόμενων από τον ΟΑΕΕ

Από 1/1/2017 καταργούνται οι ασφαλιστικές κατηγορίες του ΟΑΕΕ και πλέον βάση υπολογισμού των εισφορών αποτελεί το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση της δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Επιπλέον ορίζεται ανώτατο και κατώτατο μηνιαίο εισόδημα που αποτελεί κατά μήνα τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης.


1. Ποιοι θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες υπόχρεοι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 39 του N .4387/2016

Ι. Όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ (και επομένως και των ενταχθέντων σε αυτόν Ταμείων) ανεξάρτητα του χρόνου υπαγωγής τους στην ασφάλιση.
Στους ελεύθερους επαγγελματίες περιλαμβάνονται - όπως άλλωστε ρητά αναφέρεται και στις Καταστατικές διατάξεις του τέως ΟΑΕΕ - σύμφωνα με την παρ.7 του άρθρου 39 και
α) τα μέλη ή μέτοχοι οργανισμών, κοινοπραξιών ή κάθε μορφής εταιρειών, πλην ανωνύμων και ΙΚΕ, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα για την οποία τα ασκούντα αυτήν πρόσωπα υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ, β) τα μέλη του ΔΣ των ΑΕ με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική ή εμπορική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε όλη την επικράτεια, εφόσον είναι μέτοχοι με ποσοστό 3% τουλάχιστον
γ) οι μέτοχοι των ΑΕ, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων με κόμιστρο, με ΔΧ αυτοκίνητα, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών και
δ) οι διαχειριστές των ΙΚΕ, καθώς και ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ΙΚΕ.
ΙΙ. Οι ασφαλισμένοι του τέως ΤΑΝΠΥ που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα
ΙΙΙ. Οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και του ΕΤΑΠ-ΜΜΕ οι οποίοι, σύμφωνα με την παρ. 18 του άρθρου 39 (όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ. 6β του N.4393/2016), κρίνονται ως μη μισθωτοί.
IV. Οι αμειβόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημα προέρχεται από απασχόληση σε περισσότερους από 2 εργοδότες (παρ. 9 του ίδιου άρθρου 39).


2. Ποσοστό μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης

Το ποσοστό ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ανέρχεται σε 20% από 1/1/2017.
Τυχόν υψηλότερα ή χαμηλότερα ποσοστά στον κλάδο σύνταξης που προβλέπονται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, αναπροσαρμόζονται σταδιακά και ισόποσα από 1/1/2017 ώστε από 1/1/2020 το ποσοστό του ασφαλίστρου να διαμορφώνεται σε 20%.


3. Εισόδημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών κλάδου κύριας σύνταξης

Βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των ανωτέρω προσώπων από 1/1/2017 είναι το μηνιαίο εισόδημα, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος από την άσκηση της δραστηριότητας που δημιουργεί την υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση.
Συνεπώς, για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου θα υπολογιστούν οι ασφαλιστικές εισφορές λαμβάνεται το εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας για την οποία προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, όπως το εισόδημα αυτό καθορίζεται με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, αναγόμενο σε 12μηνη βάση.
Ειδικά για τα μέλη των προσωπικών εταιρειών ως ετήσιο εισόδημα που αποτελεί τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών είναι εκείνο που προκύπτει από το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των συνολικών κερδών της εταιρείας επί του ποσοστού συμμετοχής εκάστου μέλους σε αυτήν. Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικών κερδών, τα μέλη των προσωπικών εταιρειών καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές επί του προβλεπόμενου κατωτάτου ορίου μηνιαίου εισοδήματος.
Σε περίπτωση που το ίδιο πρόσωπο ασκεί πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα για την οποία όμως υπαγόταν βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την ισχύ του ν.4387/2016, σε έναν εκ των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων κύριας ασφάλισης, για το υπολογισμό του μηνιαίου εισοδήματος αθροίζεται το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα των επιμέρους επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Για παράδειγμα ασφαλισμένος που υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ ως έμπορος και ως μέλος Δ.Σ. σε Α.Ε. με ποσοστό 3% τουλάχιστον, δραστηριότητες για τις οποίες είχε υποχρέωση ασφάλισης στον ΟΑΕΕ,
για τον καθορισμό του μηνιαίου εισοδήματος θα ληφθεί υπόψη το άθροισμα του φορολογητέου αποτελέσματος και από τις δύο αυτές δραστηριότητες.


4. Μηνιαία ελάχιστη και ανώτατη βάση εισοδήματος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών
Με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 39 θεσπίζεται ανώτατο και κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές.


I. Κατώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών
Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών το οποίο ανέρχεται σήμερα στα 586,08 ευρώ.
Όπως προαναφέρθηκε, επί του ανωτέρω ποσού (€586,08) καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές και στην περίπτωση μελών προσωπικών εταιρειών που εμφανίζουν ζημίες ή μηδενικά κέρδη από την άσκηση της δραστηριότητας.
Σημειώνουμε ότι το κατώτατο όριο εισφορών έχει εφαρμογή και για τα πρόσωπα που για πρώτη φορά από την έναρξη ισχύος του N.4387/2016 και εφεξής αποκτούν ιδιότητα ή προβαίνουν σε έναρξη εργασιών ή δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα καταβάλλουν μηνιαία εισφορά που αντιστοιχεί στο κατώτατο όριο εισφορών από τον πρώτο μήνα έναρξης εργασιών έως τον τελευταίο μήνα του έτους.

II. Ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών
Ως ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις της παρ. 2 του άρθρου 38 του N.4387/2016 για τους μισθωτούς. Συνεπώς, η ανώτατη μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών αντιστοιχεί στο δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών όπως ισχύει κάθε φορά. Το ποσό αυτό σήμερα ανέρχεται σε 5.860,80 ευρώ (€586,08 x 10).

Παράδειγμα 1
Ελεύθερος επαγγελματίας ο οποίος υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του ΟΑΕΕ, όπως αυτές ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος του N.4387/2016, έχει μηνιαίο εισόδημα με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους μικρότερο του ποσού των €7.032,96 (€586,08 x 12).
Συνεπώς ο εν λόγω ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης, ύψους €117,22 (€586,08 x 20%).
Εφόσον το εισόδημά του υπερβεί το ποσό των 7.032,96 ευρώ θα καταβάλλει εισφορά επί του πραγματικού εισοδήματος, όπως καθορίζεται ανωτέρω.


5. Ειδικές ρυθμίσεις για ασφαλισμένους κάτω 5ετίας

Σύμφωνα με την παρ. 1β του άρθρου 39, το μηνιαίο ασφάλιστρο ύψους 20% καταβάλλεται μειωμένο από τους αυτοαπασχολούμενους αποφοίτους σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή Ν.Π.Δ.Δ για τα πρώτα 5 έτη από την υπαγωγή τους για πρώτη φορά στην ασφάλιση. Συγκεκριμένα για τα δύο πρώτα έτη από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση το ύψος του μηνιαίου ασφαλίστρου ανέρχεται σε 14%, σε ποσοστό 17% για τα τρία επόμενα έτη και διαμορφώνεται στο 20% από το 6ο έτος υπαγωγής τους και εφεξής.
Επιπλέον, για τα ανωτέρω πρόσωπα για τα πρώτα 5 έτη από την υπαγωγή τους για πρώτη φορά στην ασφάλιση οι ως άνω μειωμένες εισφορές υπολογίζονται επί του ποσού των €586,08 μειωμένου κατά 30% δηλαδή επί του ποσού των €410,26.
Σημειώνουμε ότι και στις δύο αυτές περιπτώσεις (καταβολή χαμηλότερου ασφαλίστρου, μειωμένο κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος σύμφωνα με το άρθρο 234 παρ. 2 του N.4389/2016) η διαφορά που προκύπτει αποτελεί ασφαλιστική οφειλή και εξοφλείται, αφού προηγουμένως αναπροσαρμοστεί κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως αυτή θα καθοριστεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, από τον ασφαλισμένο κατά 1/5 κατ΄ έτος, για τα έτη κατά τα οποία το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος υπερβαίνει το ποσό των €18.000 και σε κάθε περίπτωση μέχρι και τη συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης.


Καταργούμενες διατάξεις:

Οι διατάξεις του ΟΑΕΕ (άρθρο 14 του Π.Δ 258/2005) που προβλέπουν εφάπαξ εισφορά απογραφής των υπό ασφάλιση προσώπων καταργείται. Επίσης καταργείται και η εισφορά εγγραφής των νεοασφαλιζόμενων και η εισφορά αναγνώρισης γάμου στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων του ΟΑΕΕ (περιπτώσεις αα και ββ της παρ.δ του άρθρου 7 του Καταστατικού του). Επισημαίνεται δε ότι η καταβολή των εισφορών θα γίνεται σε 12μηνη βάση και όχι σε 14μηνη όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 του Καταστατικού του.


B. Εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από το ΕΤΑΑ

1. Γενικές Ρυθμίσεις
Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για την κύρια ασφάλιση των ασφαλισμένων που υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των Τομέων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ, όπως ίσχυαν μέχρι τη δημοσίευση του Ν.4387/2016, ανέρχεται από 1/1/2017 σε 20%.
Επισημαίνουμε ότι στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΕΤΑΑ, σύμφωνα με το ισχύον μέχρι 31/12/2016 καθεστώς υπολογισμού των εισφορών των αυτοαπασχολούμενων για την κύρια ασφάλιση, οι ασφαλιστικές τους εισφορές είναι σταθερά ποσά (παλαιοί ασφαλισμένοι του ΤΣΑΥ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών) ή ίσες με το 20% επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας (παλαιοί ασφαλισμένοι του ΤΣΜΕΔΕ) ή 20% επί του ποσού της ασφαλιστικής κατηγορίας στην οποία υπάγονται οι ασφαλισμένοι (νέοι ασφαλισμένοι ΕΤΑΑ). Ως εκ τούτου στην περίπτωση των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ που προέρχονται από το ΕΤΑΑ δεν έχει εφαρμογή η πρόβλεψη της παρ. 8 του άρθρου 39 για σταδιακή και ισόποση προσαρμογή του ασφαλίστρου στο 20% μέχρι την 1/1/2020. Συνεπώς, σε όλες τις περιπτώσεις το μηνιαίο ασφάλιστρο για τον κλάδο κύριας σύνταξης των αυτοαπασχολούμενων που προέρχονται από το ΕΤΑΑ διαμορφώνεται από 1/1/2017 σε 20%.
Ως προς τη βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών έχουν εφαρμογή τα ως άνω αναφερόμενα για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ.
Για το σύνολο των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ που υπάγονται στην ασφάλιση βάσει των σχετικών διατάξεων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση (παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι), προβλέπεται κατά τα πρώτα πέντε χρόνια από την υπαγωγή στην ασφάλιση, καταβολή μειωμένου ασφαλίστρου (14% για τα πρώτα δύο έτη ασφάλισης και 17% για τα επόμενα τρία έτη ασφάλισης) και χαμηλότερη κατώτερη βάση υπολογισμού (ίση με €410,26). Και στις δύο αυτές περιπτώσεις καταβολής μειωμένης ασφαλιστικής εισφοράς (μειωμένη βάση και χαμηλότερο ποσοστό εισφορών) εφαρμόζεται η διαδικασία καταβολής της σχετικής ασφαλιστικής οφειλής σύμφωνα με τα αναφερόμενα για τους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ.
Σημειώνουμε ότι στην παρ. 3 του άρθρου 39 προβλέπεται ρητά η κατάργηση των γενικών και καταστατικών διατάξεων των Τομέων του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ που προβλέπουν την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών κατά 50% για τους ασφαλισμένους του ΤΣΜΕΔΕ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και κατά 40% για τους ασφαλισμένους του ΤΣΑΥ (άρθρο 4 του Ν.3518/2006 (ΤΣΜΕΔΕ), άρθρο 4 παρ. 1 του Ν.982/1979 σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 4 του Ν.2150/1993 (ΤΣΑΥ), άρθρο 10 παρ. 1 εδάφιο γ περίπτωση 3 του ΝΔ 4114/1960, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.1090/1980, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 4 του Ν.2150/1993 (Τομέας Ασφάλισης Νομικών).


Παράδειγμα 2

Ασφαλισμένος του ΕΦΚΑ από 1/1/2022 βάσει των καταστατικών διατάξεων του ΕΤΑΑ - ΤΣΜΕΔΕ, καταβάλλει ανά έτος ασφαλιστική εισφορά για την κύρια ασφάλιση ως εξής:

Εισφορές για το 2022 (1ο έτος ασφάλισης): Δεδομένου ότι δεν υπάρχει εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2021), ως μηνιαίο εισόδημα λαμβάνεται το κατώτατο όριο για τους κάτω 5ετίας ασφαλισμένους, δηλαδή το ποσό των €410,26. Συνεπώς, ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €57,44 (€410,26 x 14%).
Εισφορές για το 2023 (2ο έτος ασφάλισης): Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2022), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €3.600,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €300,00 (€3.600,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπολείπεται του κατωτάτου ορίου (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου ορίου, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €57,44 (€410,26 x 14%).

Εισφορές για το 2024 (3ο έτος ασφάλισης): Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2023), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €4.800,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €400,00 (€4.800,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπολείπεται του κατωτάτου ορίου (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου ορίου, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €69,74 (€410,26 x 17%).

Εισφορές για το 2025 (4ο έτος ασφάλισης): Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2024), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €6.000,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €500,00 (€6.000,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπερβαίνει το κατώτατο όριο (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €85,00 (€500,00 x 17%).

Εισφορές για το 2026 (5ο έτος ασφάλισης): Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2025), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €7.200,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €600,00 (€7.200,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπερβαίνει το κατώτατο όριο (€410,26), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €102,00 (€600,00 x 17%).

Εισφορές για το 2027 (6ο έτος ασφάλισης): Κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος (δηλαδή το 2026), το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα ανέρχεται σε €8.400,00 και συνεπώς το μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται σε €700,00 (€7.200,00 / 12). Δεδομένου ότι το μηνιαίο εισόδημα υπερβαίνει το κατώτατο όριο (€586,08), ο ασφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του πραγματικού εισοδήματος, δηλαδή καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €140,00 (€700,00 x 20%).

Το ύψος της οφειλής που προκύπτει για τον ασφαλισμένο λόγω καταβολής χαμηλότερου ασφαλίστρου και χαμηλότερου κατωτάτου ορίου κατά την πρώτη 5ετία ασφάλισης, ανέρχεται σε:


Έτος Ασφάλισης
Πραγματική Καταβληθείσα Μηνιαία Εισφορά
Προβλεπόμενη Μηνιαία Εισφορά
Μηνιαία Διαφορά
1ο έτος
€410,26 x 14% = €57,44
€586,08 x 20% = €117,22
€117,22 - €57,44 = €59,78
2ο έτος
€410,26 x 14% = €57,44
€586,08 x 20% = €117,22
€117,22 - €57,44 = €59,78
3ο έτος
€410,26 x 17% = €69,74
€586,08 x 20% = €117,22
€117,22 - €69,74 = €47,48
4ο έτος
€500,00 x 17% = €85,00
€586,08 x 20% = €117,22
€117,22 - €85,00 = €32,22
5ο έτος
€600,00 x 17% = €102,00
€600,00 x 20% = €120,00
€120,00 - €102,00 = €18,00

Συνολικά ο ασφαλισμένος οφείλει να καταβάλλει μέχρι τη συμπλήρωση 15 ετών ασφάλισης το ποσό των €2.607,12 (αφού αναπροσαρμοστεί επιμέρους κατά την ετήσια μεταβολή μισθών), επιμεριζόμενο σε πέντε δόσεις.


2. Μεταβατικές Ρυθμίσεις από 1/1/2017 έως 31/12/2020

Με τις ρυθμίσεις του άρθρου 98 του Ν.4387/2016, για το χρονικό διάστημα από 1/1/2017 έως 31/12/2020, οι ασφαλισμένοι του ΕΦΚΑ προερχόμενοι από το ΕΤΑΑ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 39 του Ν.4387/2016 (ελεύθεροι επαγγελματίες), ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση (παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι), ασφαλισμένοι άνω 5ετίας, δικαιούνται μείωση της καταβαλλόμενης ασφαλιστικής τους εισφοράς, σύμφωνα με τον Πίνακα που ακολουθεί:


Εισόδημα από
έως
% προσαρμογής
Εισόδημα από
έως
% προσαρμογής
0,00
7.033,00
0,00%
35.000,01
36.000,00
27,00%
7.033,01
13.000,00
50,00%
36.000,01
37.000,00
26,00%
13.000,01
14.000,00
49,00%
37.000,01
38.000,00
25,00%
14.000,01
15.000,00
48,00%
38.000,01
39.000,00
24,00%
15.000,01
16.000,00
47,00%
39.000,01
40.000,00
23,00%
16.000,01
17.000,00
46,00%
40.000,01
41.000,00
22,00%
17.000,01
18.000,00
45,00%
41.000,01
42.000,00
21,00%
18.000,01
19.000,00
44,00%
42.000,01
43.000,00
20,00%
19.000,01
20.000,00
43,00%
43.000,01
44.000,00
19,00%
20.000,01
21.000,00
42,00%
44.000,01
45.000,00
18,00%
21.000,01
22.000,00
41,00%
45.000,01
46.000,00
17,00%
22.000,01
23.000,00
40,00%
46.000,01
47.000,00
16,00%
23.000,01
24.000,00
39,00%
47.000,01
48.000,00
15,00%
24.000,01
25.000,00
38,00%
48.000,01
49.000,00
14,00%
25.000,01
26.000,00
37,00%
49.000,01
50.000,00
13,00%
26.000,01
27.000,00
36,00%
50.000,01
51.000,00
12,00%
27.000,01
28.000,00
35,00%
51.000,01
52.000,00
11,00%
28.000,01
29.000,00
34,00%
52.000,01
53.000,00
10,00%
29.000,01
30.000,00
33,00%
53.000,01
54.000,00
9,00%
30.000,01
31.000,00
32,00%
54.000,01
55.000,00
8,00%
31.000,01
32.000,00
31,00%
55.000,01
56.000,00
7,00%
32.000,01
33.000,00
30,00%
56.000,01
57.000,00
6,00%
33.000,01
34.000,00
29,00%
57.000,01
58.000,00
5,00%
34.000,01
35.000,00
28,00%
58.000,01
0,00%


Σε κάθε περίπτωση το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει μετά την εφαρμογή της δικαιούμενης σύμφωνα με τα ανωτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών δεν μπορεί να υπολείπεται της εισφοράς που προκύπτει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 39 του Ν.4387/2016 (κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με τον βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών).
Οι ως άνω ασφαλισμένοι που δεν έχουν συμπληρώσει την πρώτη 5ετία ασφάλισης δικαιούνται μείωση της ασφαλιστικής τους εισφοράς εφόσον το ετήσιο καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος υπερβαίνει το ποσό των €4.922,01.
Ειδικότερα, για μηνιαίο εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές από €0,00 έως €4.922,00 δεν προβλέπεται μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς,
ενώ για εισόδημα από €4.922,01 έως €13.000,00 προβλέπεται μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς κατά 50%.

Για εισοδήματα άνω των €13.000,00 εφαρμόζονται τα ποσοστά μείωσης που αναφέρονται στον ανωτέρω Πίνακα.
Και για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει μετά την εφαρμογή της δικαιούμενης σύμφωνα με τα ανωτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών δεν μπορεί να υπολείπεται της εισφοράς που προκύπτει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 39 του Ν.4387/2016 (κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος ίσο με το 70% του βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και ασφάλιστρο 14% ή 17%).

Επισημαίνεται ότι η μείωση στο ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς που προκύπτει για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας, κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 98 του Ν.4387/2016, δεν αποτελεί ασφαλιστική οφειλή του ασφαλισμένου και ως εκ τούτου δεν καταβάλλεται μεταγενέστερα η διαφορά από τον ασφαλισμένο.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται για τους λοιπούς κλάδους ασφάλισης (επικουρική ασφάλιση, πρόνοια, ασθένεια).

Παράδειγμα 3
Ασφαλισμένος του ΕΦΚΑ, προερχόμενος από το ΕΤΑΑ, άνω 5ετίας, που απασχολείται ως ελεύθερος επαγγελματίας, και συνεπώς εμπίπτει στις ρυθμίσεις του άρθρου 39 του Ν.4387/2016, με ετήσιο εισόδημα με βάση το προηγούμενο φορολογικό έτος ύψους €18.000,00 καταβάλλει, την εξής μηνιαία εισφορά:
Ετήσιο Εισόδημα: €18.000,00
Μηνιαίο Εισόδημα: €1.500,00 (€18.000,00 / 12)
Μηνιαία Εισφορά: €300,00 (€1.500,00 x 20%)

Κλίμακες Εισοδήματος
Ποσό εισοδήματος που υπόκειται σε μείωση
Ποσό μηνιαίας εισφοράς ανά εισοδηματική κλίμακα
Δικαιούμενη μείωση
Μηνιαία εισφορά μετά την μείωση
0,00 - 7.033,00
€117,22
0% (€0,00)
€117,22
7.033,01 - 13.000,00
5.966,99
€99,45
50% (€49,73)
€49,72
13.000,01 - 14.000,00
999,99
€16,67
49% (€8,17)
€8,50
14.000,01 - 15.000,01
999,99
€16,67
48% (€8,00)
€8,67
15.000,01 - 16.000,00
999,99
€16,67
47% (€7,83)
€8,84
16.000,01 - 17.000,00
999,99
€16,67
46% (€7,67)
€9,00
17.000,01 - 18.000,00
999,99
€16,67
45% (€7,50)
€9,17

Συνεπώς, μετά την εφαρμογή των μειώσεων του άρθρου 98 του Ν.4387/2016 ο σφαλισμένος καταβάλλει μηνιαία εισφορά ύψους €211,12.


3. Εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 39 του Ν.4387/2016 σε υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση και σε δικηγόρους σε αναστολή

Με το προγενέστερο καθεστώς οι ασφαλισμένοι του ΤΣΑΥ που ασκούν το επάγγελμα αμειβόμενοι κατά πράξη και περίπτωση κατέβαλαν την προβλεπόμενη για τους ελεύθερους επαγγελματίες εισφορά ασφαλισμένου, όμως οι εργοδότες που τους απασχολούσαν υποχρεούνταν να καταβάλλουν στον ασφαλιστικό φορέα την προβλεπόμενη εργοδοτική εισφορά (άρθρο 12 παρ. 2 του Ν.2556/1997). Από 1/1/2017 η εν λόγω κατηγορία υγειονομικών καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Ν.4387/2016, συνεπώς η ασφαλιστική εισφορά του ασφαλισμένου υπολογίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα του προηγούμενου φορολογικού έτους, ενώ δεν καταβάλλεται εργοδοτική εισφορά.
Αντίστοιχα, για τους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 1β του Ν.Δ.4114/1960 σε συνδυασμό με το Π.Δ. 125/1993, προβλεπόταν η καταβολή μηνιαίας εισφοράς ύψους 4% επί του καταβαλλόμενου κατά μήνα βασικού μισθού, ενώ η ως άνω μηνιαία εισφορά δεν μπορεί να είναι μικρότερη της μηνιαίας εισφοράς του ελεύθερου επαγγελματία ή ανώτερη του διπλάσιου αυτής (για τους παλαιούς ασφαλισμένους). Από 1/1/2017 η εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ καταβάλλει εισφορές σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 του Ν.4387/2016 για τους αυτοαπασχολούμενους. Συνεπώς, τα εν λόγω πρόσωπα καταβάλλουν μηνιαία εισφορά υπολογιζόμενη επί του κατωτάτου μηνιαίου εισοδήματος, δηλαδή επί του ποσού των €586,08, δεδομένου ότι δεν προκύπτει εισόδημα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας (ελεύθερου επαγγελματία). Σημειώνουμε ότι για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων δεν προβλέπεται μικρότερο κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας.


4. Κατάργηση λοιπών ασφαλιστικών εισφορών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών και του ΤΣΑΥ

Σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 39, από 1/7/2016 καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960, όπως ισχύουν, που προβλέπουν την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ μέσω της επικόλλησης ενσήμων από δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες, καθώς και οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από συμβολαιογράφους επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων.
Όσον αφορά στις προβλεπόμενες από το άρθρο 10 του Ν.Δ. 4114/1960 ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από τους ασφαλισμένους του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ για το διορισμό τους σε έμμισθη υπηρεσία ή σε θέση άμισθου ασφαλισμένου ή για την προαγωγή δικηγόρου στο Εφετείο ή τον `Αρειο Πάγο (παρ. 1 εδάφιο δ, ζ και θ αντίστοιχα), οι εν λόγω εισφορές καταργούνται από 1/1/2017 και την εισαγωγή του νέου τρόπου καθορισμού των ασφαλιστικών εισφορών των εν λόγω ασφαλισμένων βάσει των άρθρων 38 και 39 του Ν.4387/2016.
Αντίστοιχα καταργούνται από 1/1/2017 και οι ρυθμίσεις της παρ. 8 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 4114/1960, όπως προστέθηκε με το άρθρο 13 του Ν.1512/1985, που προβλέπουν την καταβολή εισφοράς επί της συνολικής αμοιβής του δικηγόρου.
Επίσης, από 1/1/2017 καταργείται η προβλεπόμενη από το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν.Δ. 3348/1955 εισφορά υπέρ ΤΣΑΥ (δικαίωμα εγγραφής).


5. Εισφορά δικηγόρων επί του γραμματίου προείσπραξης

Σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου 39, από 1/1/2017 οι δικηγόροι καταβάλλουν υπέρ του ΕΦΚΑ εισφορά ύψους 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση για την οποία προβλέπεται η έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω αφαιρούνται από την εισφορά που οφείλει να καταβάλλει ο δικηγόρος, και για το λόγο αυτό ο οικείος δικηγορικός σύλλογος αποστέλλει στον ΕΦΚΑ σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο.


6. Κατάργηση κοινωνικών πόρων

Με τις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 39, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ. 6α του Ν.4393/2016, προβλέπεται η κατάργηση των υφιστάμενων κατά την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 κοινωνικών πόρων του ΤΣΜΕΔΕ και του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του ΕΤΑΑ, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Ν.4387/2016.
Ειδικότερα, προβλέπεται η κατάργηση των κοινωνικών πόρων του ΤΣΜΕΔΕ που προβλέπονται:
α) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση β1 του α.ν.2326/1940, όπως προστέθηκε με το άρθρο 27 παρ 34 του Ν.2166/1993 (εισφορά 6%ο επί παντός λογαριασμού για έργα εκτελούμενα από το Δημόσιο κ.λπ.)
β) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση ε΄ του α.ν. 2326/1940, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 10 του Ν.915/1979 (2% επί της αμοιβής μελέτης - επίβλεψης για έκδοση οικοδομικών αδειών, τοπογραφικών και μελετών ή επιβλέψεων του Δημοσίου κ.λπ.) γ) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση ιγ του α.ν.2326/1940, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του ν.915/1979 (2% επί της αμοιβής μελέτης - επίβλεψης μηχανολόγων -μηχανικών, για άδεια λειτουργίας εργοστασίων, υποσταθμών κ.λπ.) δ) από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση ιη του α.ν.2326/1940, όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 του Ν.915/1979 (2% επί των καθαρών τεκμαρτών κερδών που προέρχονται από την είσπραξη λογαριασμών για την εκτέλεση έργων).
Όσον αφορά στον Τομέα Ασφάλισης Νομικών, καταργούνται οι κοινωνικοί πόροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 150 παρ. 1 του Ν.3655/2008, και συγκεκριμένα:
α) δικαιώματα από δημοσιεύεις καταστατικών εταιρειών ή τροποποιήσεις αυτών: 0,5% στο ποσό του κεφαλαίου κάθε εμπορικής εταιρείας που συνίσταται εκτός ΑΕ και ΕΠΕ (άρθρο 10 παρ. 1 εδάφιο ιστ υπεδάφιο ββ του Ν.Δ. 4114/1960, όπως ισχύει) β) δικαιώματα από μεταγραφές: 0,25% στην αξία του αντικειμένου για την μεταγραφή κάθε πράξης μεταβίβασης ακινήτου ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιη του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 7 παρ.1 του Ν.Δ. 3842/1958)
γ) δικαιώματα στις εισπραττόμενες από το Δημόσιο χρηματικές ποινές και μετατροπής ποινών εκ ποσοστού 4,5% (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο κγ του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 24 παρ.2 του Ν.2145/1993)
δ) ποσοστό 20% στο δικαστικό ένσημο (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιε του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο πρώτο παρ. ΙΓ.1 περίπτωση 6 του Ν.4093/2012 και άρθρο 40 παρ.6 του Ν.4111/2013)
ε) 10% επί μεταβίβασης ακινήτων (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιστ περίπτωση εε του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 14 παρ.2 του Ν.1515/85)
στ) δικαιώματα σε συμβολαιογραφικές πράξεις (πλην εκείνων που αφορούν μεταβιβάσεις ακινήτων από επαχθή αιτία) σε ποσοστά 1,3%, 0,325% και 0,65% κατά περίπτωση, στην αξία του αντικειμένου κάθε σύμβασης (άρθρο 10 παρ.1 εδάφιο ιστ υπεδάφιο αα του Ν.Δ. 4114/1960, άρθρο 14 παρ.1 του Ν.1512/1985)
ζ) δικαιώματα στις μεταβιβάσεις ακινήτων που υπόκεινται σε ΦΠΑ σε ποσοστό 4% (άρθρο 39 του Ν.3942/2006)
Όσον αφορά στο ΤΣΑΥ, καταργείται η αναφερόμενη στο άρθρο 18 παρ. 2 του Ν.3232/2004 προμήθεια ύψους 3% επί της εισφοράς υπέρ του Π.Φ.Σ., η οποία είχε εξαιρεθεί από τους αναφερόμενους στο άρθρο 59 του Ν.2084/1992 κοινωνικούς πόρους.
Σημειώνουμε ότι ο προβλεπόμενος από το άρθρο 7 παρ. 1 περίπτωση β του α.ν. 2326/1940 κοινωνικός πόρος του ΤΣΜΕΔΕ (1% επί παντός ανεξαιρέτως λογαριασμού πληρωμής εργολάβου), έχει ήδη καταργηθεί με τις ρυθμίσεις του άρθρου πρώτου, παράγραφος ΙΑ, υποπαράγραφος ΙΑ.3, περίπτωση 2Α, υποπερίπτωση ιθ του Ν.4254/2014.


Γ. Εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από τον ΟΓΑ

1) Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού επέρχονται από 1/1/2017 ουσιαστικές αλλαγές στο ύψος και τον τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των προσώπων που με βάση τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις του ΟΓΑ υπάγονταν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου 4387/2016 ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ ή θα υπάγονται σε αυτόν μετά και την αυτοδίκαια ένταξή του στον ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 51 και 53 του Ν.4387/2016.


Στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 40 υπάγονται:

Οι αυτοτελώς απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία, για τους οποίους βάσει των γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 προκύπτει υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση.

Ειδικότερα υπάγονται:

- οι αγρότες, κτηνοτρόφοι, πτηνοτρόφοι, μελισσοκόμοι, αλιείς κ.λ.π.
- όσοι σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές καταστατικές διατάξεις του ΟΓΑ όπως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 υπάγονταν ή θα υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΓΑ με εισοδηματικά ή πληθυσμιακά κριτήρια.
- οι κατά κύριο επάγγελμα τουλάχιστον για μια 5ετία αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι 100kw.
- οι απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία, πρώην ασφαλισμένοι του ΟΓΑ που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυξη, όπως αυτά του αγροτουρισμού και της αγροβιοτεχνίας, στο πλαίσιο κανονισμών της ΕΕ και χρηματοδοτούνται για τον σκοπό αυτό.
- οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και αγρότισσες που είναι παράλληλα και μέλη Αγροτικών Συνεταιρισμών καθώς και οι αγρεργάτες που απασχολούνται σε παραγωγούς αγροτικών προϊόντων και ως λιανοπωλητές σε λαϊκές αγορές.
- ο/η σύζυγος και τα ενήλικα τέκνα οικογένειας, σε περίπτωση οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης. Επίσης, τα μέλη οικογενειών αλιέων, κατόχων αλιευτικού σκάφους.
- οι μοναχοί/ες που απασχολούνται σε αγροτικές εργασίες, οποίοι έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν προαιρετικά στην ασφάλιση.
- οι ασφαλισμένοι οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 υπάγονταν ή θα υπάγονται στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημέρες ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας, και κάθε είδους εκτροφών, οι οποίοι συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες για τη συγκεκριμένη απασχόλησή τους εξαιρούμενοι της ασφάλισής τους ως μισθωτοί.
- όσοι έχουν παύσει την γεωργική τους δραστηριότητας κατ΄ εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1096/88 του Συμβουλίου της 25ης Απριλίου 1988 σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης γεωργικής δραστηριότητας, όπου οι εντασσόμενοι στο μέτρο αυτό αγρότες και οι σύζυγοί τους, συνεχίζουν και μετά τη λήξη του μέτρου και μέχρι τη συμπλήρωση και του 67ου έτους της ηλικίας τους, να λογίζονται ως ενεργοί αγρότες σε ότι αφορά τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και σε περίπτωση που το μέτρο λήξει πριν τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας των εντασσόμενων σε αυτό.


Στο άρθρο 40 δεν εντάσσονται:

- Οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του Ν.2160/1993 και του Π.Δ.33/1979 όπως ισχύουν, και γενικά όλων των κύριων και μη κύριων καταλυμάτων με σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ, δυναμικότητας έως και 5 δωματίων, σε ολόκληρη την Επικράτεια, καθώς και τουριστικών καταλυμάτων από 6 έως 10 δωματίων, που είναι παράλληλα εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 58 του Ν.4144/2013. Τα πρόσωπα αυτά, λόγω της εξαίρεσής τους από την ασφάλιση στον ΟΓΑ, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν.4425/2016, υπάγονται από 1-1-2017 στα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 του Ν.4387/2016.
- Οι μισθωτοί - ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών οι οποίοι υπήχθησαν στην ασφάλιση του ΟΓΑ από 1-1-2004, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ.7 του Ν.3232/2004, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 52 του Ν.3518/2006. Τα πρόσωπα αυτά, από 1-1-2017 καταβάλλουν μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων για τους ασφαλισμένους μισθωτούς που προέρχονται από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς εργοδότη-ασφαλισμένου, διαμορφώνεται ισόποσα και σταδιακά από 1 -1­2017 και έως 31-12-2019 ώστε από 1-1-2020 να έχει διαμορφωθεί στο ύψος του άρθρου 38 του νόμου 4387/2016 που αφορά τις εισφορές των μισθωτών.


Κατηγορίες που εντάσσονται στην προαναφερόμενη περίπτωση:

Α) Μισθωτοί ανειδίκευτοι εργάτες: 
Εργάτες ζωϊκής παραγωγής (βουστάσια, χοιροτροφικές μονάδες, πτηνοτροφεία, εκτροφεία γουνοφόρων ζώων, εκμετάλλευση αιγοπροβάτων κ.λ.π).
Εργάτες φυτικής παραγωγής: (Μανιτάρια, φύκια κ.λ.π), Αλιεργάτες, Εργάτες ιχθυοκαλλιέργειας. Δύτες στον πρωτογενή αγροτικό τομέα, όπως ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 52 του Ν.3518/2006.

Β) Μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών:
Πολίτες τρίτων χωρών που σύμφωνα με το Ν.4251/2014 προσκαλούνται από εργοδότες με σκοπό την απασχόληση σε αγροτικές εργασίες για ορισμένο χρονικό διάστημα.

2. α) Βάση υπολογισμού εισφοράς υπαγόμενων στην ασφάλιση του άρθρου 40
Η εισφορά καταβάλλεται επί του εισοδήματός, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα καθώς και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ, κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.
Κατώτατο μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα (εδάφιο δεύτερο περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 40)
Ως κατώτατο μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς ορίζεται το ποσό που αναλογεί στο 70 % του εκάστοτε προβλεπομένου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. (586,08 Χ70% = 410, 26 Ευρώ.)
Ανώτατο μηνιαίο ασφαλιστέο εισόδημα (εδάφιο τρίτο περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 40)
Ως ανώτατο όριο μηνιαίου ασφαλιστέου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το 10πλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. (σήμερα 586,08 x 10 = 5860,80 Ευρώ)

Οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση
Στην περίπτωση οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης στην οποία απασχολείται ο/η σύζυγος και τα ενήλικα τέκνα, ως φορολογητέο εισόδημα του καθενός από αυτούς λαμβάνεται υπόψη το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 περίπτωση β του άρθρου 40 του κοινοποιούμενου άρθρου (δηλ. 70 % του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ήτοι σήμερα 410,26 Ευρώ).
Σε περίπτωση όμως που το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα (δηλ. το συνολικό εισόδημα όλων των μελών της εκμετάλλευσης) είναι μεγαλύτερο από το γινόμενο του αριθμού των μελών της εκμετάλλευσης επί την ελάχιστη βάση υπολογισμού, αναγόμενη σε ετήσια βάση (δηλ. αριθμός μελών Χ το 70 % του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών Χ 12) τότε η εισφορά ισούται για όλα τα μέλη της εκμετάλλευσης με το πηλίκο της διαίρεσης του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος δια του αριθμού των μελών.

β) Ποσοστό εισφοράς
Ορίζεται μηνιαία ασφαλιστική εισφορά ύψους 20 % επί της ανωτέρω βάσης υπολογισμού από 1-1-2022. Μέχρι την ημερομηνία αυτή υφίσταται μεταβατικό στάδιο ως εξής:
- Από 1-7-2015 έως και 31-12-2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς του κλάδου κύριας σύνταξης αυξάνεται κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται στο 10 % επί των υφιστάμενων κατά την δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών. (περίπτωση α της παρ. 2)
- Από 1-1-2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται πλέον ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση δηλ. επί του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα καθώς και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος δια του 12. (πρώτο εδάφιο της περίπτ. β της παρ. 2).
- Από 1-1-2017 έως και 31-12-2017 το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς διαμορφώνεται σε 14 % επί του φορολογητέου εισοδήματος.
- Από 1-1-2018 έως και 31-12-2018 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 16 %.
- Από 1-1-2019 έως και 31-12-2019 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 18 %.
- Από 1-1-2020 έως και 31-12-2020 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 19 % .
- Από 1-1-2021 έως και 31-12-2021 το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται σε 19,5 % .
- Από 1 -1-2022 και εντεύθεν το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται στο τελικό 20 % .

3) Ασφαλιστικές εισφορές Λογαριασμού Αγροτικής Εστίας (παρ. 10)
Όπως προβλέπεται στην παρ.10 του άρθρου 40 του Ν. 4387/2016, οι ασφαλισμένοι του ιδίου άρθρου στο Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, θα καταβάλλουν από 1-1-2017 εισφορά υπέρ του Λογαριασμού, καταργούμενης της Κρατικής Επιχορήγησης. Η εισφορά βαρύνει τον ασφαλισμένο και συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον Κλάδο Κύριας Σύνταξης και Λοιπών Παροχών του ΕΦΚΑ. Το ποσοστό της εισφοράς ορίζεται σε ποσοστό 0,25 % επί του ασφαλιστέου εισοδήματος όπως ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 40 του ανωτέρω νόμου.

Δ. Εισφορά υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας του ΟΑΕΔ
Με τις ρυθμίσεις του άρθρου 44 παρ. 2 του Ν.3986/2011, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 50 του Ν.4144/2013, συστάθηκε στον ΟΑΕΔ ο Ειδικός Λογαριασμός Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων, για την χρηματοδότηση του οποίου οι ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ (ελεύθεροι επαγγελματίες) καταβάλλουν μηνιαία εισφορά ύψους €10,00.
Σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 39, η ανωτέρω εισφορά εξακολουθεί να συνεισπράττεται και μετά την 1/1/2017 από τον ΕΦΚΑ με τις ασφαλιστικές εισφορές και να αποδίδεται στον ΟΑΕΔ.

Ε. Καταβολή Μειωμένων Ασφαλιστικών Εισφορών
Πέραν των προβλεπόμενων μειώσεων στις ασφαλιστικές εισφορές για τους ασφαλισμένους κάτω 5ετίας (προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ), δικαίωμα καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών προβλέπεται και στις εξής περιπτώσεις:
α) σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 39, όσοι ασφαλισμένοι συμπληρώνουν 40 χρόνια ασφάλισης, μπορούν, με αίτησή τους, να καταβάλλουν μειωμένη κατά 50% ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι όμως από την προσαύξηση της σύνταξής τους για τα επόμενα έτη ασφάλισης (αφορά ασφαλισμένους προερχόμενους από τον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ).
β) καταβολή μειωμένων κατά 50% ασφαλιστικών εισφορών για γυναίκες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 141 παρ. 2 του Ν.3655/2008 κατά το πρώτο δωδεκάμηνο απασχόλησης που ακολουθεί τον μήνα του τοκετού.

Επισημαίνεται ότι η ανωτέρω μείωση αφορά και γυναίκες προερχόμενες από τον ΟΓΑ, και ως εκ τούτου καταργούνται οι ειδικές ρυθμίσεις του άρθρου 2 παρ. 7 του Ν.3227/2004.


ΣΤ. Εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 39 του Ν.4387/2016 από 1/1/2017
Όπως προαναφέρθηκε, βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών από 1/1/2017 αποτελεί το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος. Συνεπώς, για τις ασφαλιστικές εισφορές του 2017 λαμβάνεται το εισόδημα που αποκτήθηκε από τον ασφαλισμένο κατά το έτος 201 6.
Έως ότου καταστεί ευχερής η έγκαιρη χρήση των εισοδημάτων του προηγούμενου φορολογικού έτους, η βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος.
Σημειώνουμε ότι με τις διατάξεις του άρθρου 59 του Ν.4445/2016, δίνεται η δυνατότητα στους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες να προχωρήσουν από 1/1/2017 σε μερική καταβολή του ποσού των ασφαλιστικών τους εισφορών. Το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών των ανωτέρω προσώπων που δεν καταβάλλεται βάσει των άρθρων 39 και 40 του Ν.4387/2016, κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας πληρωμής των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών επιβαρύνεται με τις νόμιμες προσαυξήσεις και τόκους. Σε περίπτωση που κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας πληρωμής των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών καταβληθεί ποσό μεγαλύτερο από το ποσό που απαιτείται, το επιπλέον ποσό μεταφέρεται ως πιστωμένο και συμψηφίζεται με τις ασφαλιστικές εισφορές του επόμενου χρονικού διαστήματος.


Ζ. Καθορισμός λεπτομερειών με Υπουργική Απόφαση
Σημειώνουμε ότι για ειδικότερα θέματα που αφορούν στους κανόνες προσδιορισμού της βάσης υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών ανά επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και στον τρόπο είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών, προβλέπεται η έκδοση σχετικών Υπουργικών Αποφάσεων.
Τέλος επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω αφορούν περιπτώσεις άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας ή δραστηριοτήτων, για τις οποίες προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης σε έναν από τους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς. Για τις περιπτώσεις υποχρεωτικής ασφάλισης σε περισσότερους του ενός εντασσόμενους φορείς θα επακολουθήσουν νεότερες οδηγίες.


Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Παράταση πληρωμής των τελών κυκλοφορίας 2017

To link:

Παράταση πληρωμής των τελών κυκλοφορίας 2017

Το Υπουργείο Οικονομικών, ύστερα από αιτήματα πολιτών και κοινωνικών φορέων, προχωρά στην παράταση της πληρωμής τελών κυκλοφορίας για το 2017, μέχρι και τη Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2017.
Η παράταση αφορά στα τέλη κυκλοφορίας, καθώς και στην κατάθεση πινακίδων.
Με δεδομένο ότι η μεγαλύτερη μερίδα των πολιτών έχει ήδη τακτοποιήσει την σχετική υποχρέωση, δεν θα υπάρξει περαιτέρω παράταση.








Πληρωμές αναδρομικών Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης, Επιδόματος ενοικίου & του παλαιού πιλοτικού προγράμματος του εγγυημένου εισοδήματος

Κάντε κλικ εδώ:
http://www.ypakp.gr/uploads/docs/10099.pdf


 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ EΡΓΑΣΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ 

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

 Αθήνα, 29-12-2016 
                                                          Δελτίο Τύπου 

ΠΛΗΡΩΜΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΕΝΟΙΚΙΟΥ & ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΠΙΛΟΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ 

Από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης ανακοινώνεται ότι: 

1. Την Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2016 θα γίνει συμπληρωματική πληρωμή σε δικαιούχους του προγράμματος «Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης», που αφορά σε αναδρομικά προηγούμενων μηνών (επανεισαγωγή σωστού ΙΒΑΝ, τακτοποίηση λανθασμένων στοιχείων κ.λπ). Το ποσό των € 905.333,18 ευρώ θα καταβληθεί σε 3.346 δικαιούχους του προγράμματος και θα γίνει με τη συνήθη πίστωση στους λογαριασμούς τους και στις προπληρωμένες κάρτες αγορών. Υπενθυμίζεται ότι στην πρώτη φάση του ΚΕΑ που λήγει στο τέλος του τρέχοντος έτους εντάχθηκαν τελικά 48.167 νοικοκυριά. 

2. Το Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016 θα γίνει η 17η καταβολή του Επιδόματος Ενοικίου στους δικαιούχους του προγράμματος για την «Αντιμετώπιση της Ανθρωπιστικής Κρίσης». Το ποσό των 6.461.920,65 ευρώ πιστώνεται στους λογαριασμούς 17.486 ιδιοκτητών ακινήτων. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται και συγκεντρωτικές ή αναδρομικές καταβολές για την τακτοποίηση του συνόλου των υποχρεώσεων του προγράμματος προς τους δικαιούχους της επιδότησης. 

3. Με την ευκαιρία ανακοινώνεται ότι σε 868 δικαιούχους του προγράμματος «Εγγυημένο Κοινωνικό Εισόδημα 2014» πιστώθηκε στους λογαριασμούς τους το ποσό των € 446.246,11 την 23.12.2016. Για αυτούς τους δικαιούχους απαιτήθηκαν εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες ταυτοποίησης, επανελέγχου στοιχείων, κοινωνικών/επιτόπιων ελέγχων στους 13 Δήμους του συγκεκριμένου προγράμματος προκειμένου να αποφευχθούν αδικίες. 

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 12 και 16 του Ν.4387/2016.


πατήστε εδώ για να δείτε την απόφαση όπως δημοσιεύθηκε:

https://diavgeia.gov.gr/doc/%CE%A8%CE%9F4%CE%9C465%CE%981%CE%A9-%CE%A1%CE%A6%CE%98?inline=true


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αθήνα 23/12/2016
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Αρ.Πρωτ.: Φ80000/οικ.60272/2196
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ & ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ (Δ 13)

ΤΜΗΜΑ: Β΄

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΚΥΡΙΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΥΤΟΑΠΑΣΧΟΛΟΥΛΕΝΩΝ & ΑΓΡΟΤΩΝ (Δ14)




Γνωστοποίηση των διατάξεων του άρθρου 12 και 16 του Ν.4387/2016.



Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 85, τεύχος Α΄/12.05.2016 δημοσιεύθηκε ο νόμος 4387/2016

 «Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας - Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού συστήματος - Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος και τυχερών παιγνίων και άλλες διατάξεις».

Με το άρθρο 12 ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου στα δικαιοδόχα μέλη συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, εφόσον ο θάνατος επήλθε από 13.05.2016 και εφεξής, εισάγοντας ενιαίες αρχές και κανόνες, για όλους τους ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως ασφαλιστικού φορέα προέλευσης. Καταργείται, επομένως, από την ως άνω ημερομηνία κάθε άλλη καταστατική ή γενική διάταξη που ρυθμίζει το θέμα διαφορετικά για θανάτους μετά την ισχύ του Ν.4387/2016.

Επισημαίνουμε ότι προκειμένου να χορηγηθεί σύνταξη λόγω θανάτου στα δικαιοδόχα μέλη σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου, ο θανών θα πρέπει κατά τον θάνατο να έχει συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, πλήρους ή μειωμένης, όπως διαμορφώνονται ανά ασφαλιστικό οργανισμό και ανά κατηγορία ασφαλισμένων (παλαιοί - νέοι).


Παράγραφος 1, 2 - Δικαιοδόχα Μέλη/Προϋποθέσεις

Ορίζονται τα δικαιοδόχα μέλη που υπό προϋποθέσεις λαμβάνουν τη σύνταξη λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, καθώς και οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για κάθε κατηγορία. Δικαιούχοι είναι ο επιζών σύζυγος, τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετημένα και όσα εξομοιώνονται με αυτά καθώς και ο/η διαζευγμένος/η σύζυγος, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

Α) Για τον επιζώντα σύζυγο, θεσπίζεται όριο ηλικίας για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης λόγω θανάτου και συγκεκριμένα το 55ο έτος, το οποίο πρέπει να έχει συμπληρωθεί κατά το χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, οπότε και η σύνταξη χορηγείται εφ΄ όρου ζωής, αν δεν συντρέξουν οι - περιοριστικά αναφερόμενες στην παρ. 3 της κοινοποιούμενης διάταξης - προϋποθέσεις παύσης της.
Εάν ο θάνατος επέλθει προτού συμπληρωθεί το ως άνω όριο ηλικίας, η σύνταξη καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο για μία τριετία. Μετά την πάροδο της τριετίας ελέγχεται εάν ο επιζών σύζυγος συμπλήρωσε ή όχι το 55ο έτος της ηλικίας.
Εάν κατά τη διάρκεια της τριετίας ο επιζών σύζυγος συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας η καταβολή της σύνταξης διακόπτεται μόλις συμπληρωθεί η τριετία και άρχεται εκ νέου με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας.
Εάν κατά τη διάρκεια της τριετίας δεν έχει συμπληρωθεί το 55ο έτος, διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης με τη λήξη της τριετίας και δεν επαναχορηγείται. Σε περίπτωση όμως που ο επιζών σύζυγος έχει τέκνα που υπάγονται στην περίπτωση 1Β του κοινοποιούμενου άρθρου (δηλαδή κατά το χρόνο του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 24ο έτος εφόσον σπουδάζουν ή είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητα τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας)
ή ο ίδιος είναι ανίκανος για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας με ποσοστό 67% και άνω, και για όσο χρόνο πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, η σύνταξη λόγω θανάτου συνεχίζει να καταβάλλεται, ανεξάρτητα εάν βάσει των ανωτέρω προκύπτει είτε οριστική διακοπή της, είτε διακοπή και επαναχορήγησή της με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας.
Σημειώνουμε, επίσης, ότι αν ο επιζών σύζυγος δεν συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά τη διάρκεια της τριετίας, αλλά εξακολουθεί να λαμβάνει τη σύνταξη θανάτου και πέραν της τριετίας λόγω ύπαρξης ανήλικων ή τέκνων που σπουδάζουν ή ανίκανων για εργασία τέκνων, εφόσον έως τη λήξη της ανηλικότητας ή των σπουδών ή της ανικανότητας συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του, τότε ναι μεν η σύνταξη θα διακοπεί με την παύση ισχύος των ως άνω προϋποθέσεων (ανηλικότητα, σπουδές, ανικανότητα), θα επαναχορηγηθεί, ωστόσο, όταν ο επιζών συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας του.


Παράδειγμα 1:

α) Ασφαλισμένος με 40 έτη ασφάλισης, αποβιώνει την 13/5/2016, καταλείποντας σύζυγο ηλικίας 53 ετών (χωρίς τέκνα). Η σύζυγος δικαιούται σύνταξης λόγω θανάτου, δεδομένου ότι ο θανών κατά την ημερομηνία θανάτου είχε συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη πλήρους σύνταξης λόγω γήρατος.
Η επιζώσα σύζυγος κατά την ημερομηνία θανάτου του ασφαλισμένου δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας, οπότε λαμβάνει σύνταξη λόγω θανάτου για μία τριετία. Κατά τη διάρκεια της τριετίας, όμως, συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας, οπότε η σύνταξη λόγω θανάτου διακόπτεται μετά τη συμπλήρωση της τριετίας και επαναχορηγείται με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας της. Εάν, όμως, μετά τη λήξη της τριετίας υπάρχει τέκνο το οποίο δικαιούται σύνταξης λόγω θανάτου, η επιζώσα σύζυγος συνεχίζει να λαμβάνει τη σύνταξη και μετά την τριετία και μέχρι να διακοπεί η συνταξιοδότηση του τέκνου (λόγω συμπλήρωσης του 18ου ή του 24ου έτους της ηλικίας, εφόσον στη δεύτερη περίπτωση σπουδάζει), οπότε και διακόπτεται η καταβολή της σύνταξης, η οποία επαναχορηγείται στο 67ο έτος της ηλικίας της. β) Στο ως άνω παράδειγμα, έστω ότι η επιζώσα σύζυγος είναι 49 ετών κατά το χρόνο του θανάτου και έχει ανήλικο τέκνο 8 ετών. Θα λάβει τη σύνταξη θανάτου την πρώτη τριετία και - παρά το γεγονός ότι δεν συμπληρώνει το 55ο έτος κατά τη διάρκεια της τριετίας αυτής - δεδομένου ότι έχει ανήλικο τέκνο, θα εξακολουθήσει να λαμβάνει τη σύνταξη θανάτου για όσο χρόνο υφίσταται η ανηλικότητα (ή μέχρι το πέρας των σπουδών, εφόσον το τέκνο σπουδάζει). Μετά το πέρας αυτών, θα διακοπεί η καταβολή της σύνταξης, δεδομένου όμως ότι κατά τη διάρκεια λήψης της σύνταξης και έως την ενηλικίωση του τέκνου ή την παύση των σπουδών του, η σύζυγος συμπληρώνει το 55ο έτος της ηλικίας της, η σύνταξη θανάτου θα της επαναχορηγηθεί με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας της.

Β) Τα νόμιμα τέκνα, τα νομιμοποιηθέντα, τα αναγνωρισθέντα, τα υιοθετημένα και όσα εξομοιώνονται με αυτά, δικαιούνται της σύνταξης λόγω θανάτου, εφόσον:

i) Είτε είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, εκτός κι αν φοιτούν σε ανώτερες σχολές ή ανώτατες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού (ακόμη και αν φοιτούν για απόκτηση δεύτερου πτυχίου ή σε μεταπτυχιακά προγράμματα ή εκπονούν διδακτορική διατριβή) ή σε ΙΕΚ ή σε Κέντρα/Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης, οπότε και η χορήγηση της σύνταξης παρατείνεται έως τη λήξη της φοίτησής τους σε αυτές και σε κάθε περίπτωση έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους.
Ως εκ τούτου το δικαίωμα συνταξιοδότησης ενηλίκων άγαμων θυγατέρων βάσει του άρθρου 9 παρ. 1 του Ν. 3865/2010 , σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 3 του Ν. 3863/2010 , καταργείται.

ii) Είτε κατά το χρόνο θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου είναι άγαμα και ανίκανα προς κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητα επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους, οπότε η σύνταξη συνεχίζει να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας και για όσο διαρκεί η ανικανότητα προς κάθε βιοποριστική εργασία.
Σημειώνουμε ότι η ανικανότητα του τέκνου εξετάζεται κατά το χρόνο του θανάτου και όχι μεταγενέστερα αυτού. Για παράδειγμα ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου επέρχεται την 8/1/2017 και καταλείπει τέκνο ηλικίας 15 ετών. Το εν λόγω τέκνο καθίσταται ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία την 16/5/2019, δηλαδή πριν τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του. Δεδομένου όμως ότι δεν ήταν ανίκανο κατά την ημερομηνία θανάτου, θα λάβει σύνταξη μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους της ηλικίας εφόσον σπουδάζει.

Γ) Για τον διαζευγμένο σύζυγο ισχύουν οι ίδιες ηλικιακές προϋποθέσεις χορήγησης της σύνταξης με αυτές του επιζώντος συζύγου (παρ. 1Α του κοινοποιούμενου άρθρου), με τις εξής ωστόσο πρόσθετες προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται αθροιστικά:

i) ο πρώην σύζυγος, κατά τη στιγμή του θανάτου να κατέβαλλε ή να υποχρεούτο να καταβάλει στον/στην διαζευγμένο/η σύζυγο διατροφή που είχε καθοριστεί είτε με δικαστική απόφαση είτε με μεταξύ τους σύμβαση,
ii) να είχαν συμπληρωθεί 10 χρόνια έγγαμου βίου, μέχρι τη λύση με αμετάκλητη δικαστική απόφαση του γάμου,
iii) το διαζύγιο να μην οφείλεται σε ισχυρό κλονισμό της έγγαμης συμβίωσης με υπαιτιότητα του αιτούντος τη σύνταξη,
iv) το μέσο μηνιαίο ατομικό φορολογητέο εισόδημα του διαζευγμένου συζύγου να μην υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφάλιστων Υπερηλίκων (αρ. 93 παρ. 4 του νόμου), ήτοι τα 720 ευρώ, και
v) να μην έχει τελεστεί άλλος γάμος ή να έχει συναφθεί σύμφωνο συμβίωσης. Συνεπώς, στους διαζευγμένους συζύγους που πληρούν τα πρόσθετα κριτήρια εφαρμόζονται κατ΄ αντιστοιχία οι ρυθμίσεις που προβλέπονται για τους επιζώντες συζύγους (χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου εφόσον έχει συμπληρωθεί το 55ο έτος της ηλικίας, συνταξιοδότηση για μία τριετία, διακοπή και επαναχορήγηση με τη συμπλήρωση του 67ου έτους ή οριστική διακοπή συνταξιοδότησης).


Παράγραφος 2

Ως πρόσθετη προϋπόθεση για τη χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο, είναι ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου να έχει επέλθει μετά την πάροδο 5 ετών από την τέλεση του γάμου, εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, όπως αυτές περιοριστικά αναφέρονται στην κοινοποιούμενη διάταξη (θάνατος που να οφείλεται σε ατύχημα, γέννηση τέκνου κατά τη διάρκεια του γάμου κλπ).
Συνεπώς, είτε πρόκειται για θάνατο ασφαλισμένου είτε συνταξιούχου, η απαιτούμενη διάρκεια του γάμου είναι ενιαία (5ετία), και επομένως καταργούνται οι ρυθμίσεις του άρθρου 12 του Ν. 3863/2010 που προέβλεπε μικρότερη διάρκεια του έγγαμου βίου (3ετία) για τη χορήγηση σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου. Επισημαίνουμε ότι ρυθμίζεται ρητά το καθεστώς χορήγησης σύνταξης λόγω θανάτου στον επιζώντα σύζυγο σε περίπτωση ανασύστασης γάμου, οπότε η διάρκεια των δύο γάμων αθροιστικά πρέπει να είναι τουλάχιστον 5ετής, ενώ, επιπλέον, ο εξ ανασυστάσεως να έχει διαρκέσει τουλάχιστον 6 μήνες.


Παράγραφος 3 - Παύση δικαιώματος σύνταξης λόγω θανάτου
Το δικαίωμα στη σύνταξη λόγω θανάτου των δικαιούχων προσώπων παύει
i) με το θάνατο του δικαιούχου
ii) με την τέλεση από αυτόν γάμου ή σύναψης συμφώνου συμβίωσης,
iii) με τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του τέκνου ή αντίστοιχα του 24ου έτους εφόσον σπουδάζει,
Σημειώνουμε ότι από τις νέες ρυθμίσεις δεν προβλέπεται η διακοπή της συνταξιοδότησης των τέκνων σε περίπτωση που αυτά αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν ή λάβουν σύνταξη από ίδιο δικαίωμα ( αρ. 29 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951 και αρ. 20 του Ν. 2556/1997 ),
iv) με νεότερη κρίση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής πάψει να υφίσταται η ανικανότητα για εργασία κατά τις παραγράφους 1Α και 1Β περ. β΄ του κοινοποιούμενου άρθρου (ανικανότητα επιζώντα συζύγου για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας κατά 67% και άνω, ανικανότητα τέκνου για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας αντίστοιχα).


Παράγραφος 4 - Ποσό σύνταξης
Α) Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων, υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή που έχει δικαιωθεί ο θανών σύζυγος, επιμεριζόμενο ως εξής:
i) Ο επιζών σύζυγος λαμβάνει ποσοστό 50%.
Στο σημείο αυτό, ωστόσο, γίνεται η εξής διαφοροποίηση:
Στην περίπτωση που ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος, περιορίζεται το ποσοστό του επιζώντος συζύγου επί της σύνταξης, καθώς και του διαζευγμένου συζύγου, σε περίπτωση που υπάρχει σχετικό δικαίωμα και συνεπώς και το ποσό της σύνταξης, συναρτώμενο πλέον από τη διάρκεια του γάμου και τη διαφορά ηλικίας των συζύγων, αρχόμενης από τα 10 έτη και πλέον.
Τα ανωτέρω δεν ισχύουν στην περίπτωση που ο θανών ελάμβανε σύνταξη αναπηρίας όταν τελέστηκε ο γάμος και ως εκ τούτου ο επιζών σύζυγος εξακολουθεί να λαμβάνει το ως άνω ποσοστό 50% της σύνταξης λόγω θανάτου.


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2:

α) Θανών σύζυγος ηλικίας 70 ετών και επιζών σύζυγος ηλικίας 40 ετών, με επταετή γάμο, ο οποίος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος. Η διαφορά ηλικίας μεταξύ των δυο, αφαιρουμένου του χρονικού διαστήματος του γάμου τους, είναι 23 έτη (70 - 40 - 7 = 23). Συνεπώς το ποσό της σύνταξης του επιζώντος συζύγου θα μειωθεί κατά 16% ως εξής:
Από το 10ο έως το 20ο έτος: 10% (10 έτη x 1%)
Από το 21ο έως το 23ο έτος : 6% (3 έτη x 2%)
Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα λάβει το 42% της σύνταξης λόγω θανάτου (50 x 16%=8, άρα 50-8=42%).
Για παράδειγμα, εάν η σύνταξη λόγω θανάτου ανέρχεται σε €1.000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50%, δηλαδή €500. Λόγω της ηλικιακής διαφοράς των δύο συζύγων, η σύνταξη του επιζώντα μειώνεται περαιτέρω κατά 16%, δηλαδή ο επιζών σύζυγος θα λάβει ως σύνταξη λόγω θανάτου το ποσό των €420 (€500 - 16% x €500), δηλαδή το 42% της σύνταξης (42% x €1000).
β) στο ανωτέρω παράδειγμα, αν ο θανών είναι συνταξιούχος λόγω αναπηρίας, η χήρα θα λάβει το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου, χωρίς τη μείωση λόγω της διαφοράς ηλικίας.


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3:

Θανών σύζυγος ηλικίας 70 ετών και επιζών σύζυγος ηλικίας 30 ετών, με πενταετή γάμο, ο οποίος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος. Η διαφορά ηλικίας μεταξύ των δυο, αφαιρουμένου του χρονικού διαστήματος του γάμου τους, είναι 35 έτη (70 - 30 - 5). Συνεπώς η σύνταξη του επιζώντος συζύγου θα μειωθεί κατά 55% ως εξής:
Από το 10ο έως το 20ο έτος: 10% (10 έτη x 1%)
Από το 21ο έως το 25ο έτος : 10% (5 έτη x 2%)
Από το 26ο έως το 30ο έτος : 15% (5 έτη x 3%)
Από το 31ο έως το 35ο έτος : 20% (5 έτη x 4%)
Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα λάβει το 22,5% της σύνταξης λόγω θανάτου (50Χ55%=27,5, άρα 50-27,5=22,5%).
Για παράδειγμα, εάν η σύνταξη λόγω θανάτου, ανέρχεται σε €1.000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50%, δηλαδή €500. Λόγω της ηλικιακής διαφοράς των δύο συζύγων, η
σύνταξη του επιζώντα μειώνεται περαιτέρω κατά 55%, δηλαδή ο επιζών σύζυγος θα λάβει ως σύνταξη λόγω θανάτου το ποσό των €225 [€500 - (55% x €500)], δηλαδή το 22,5% της σύνταξης (22,5% x €1000).

ii) Για τον διαζευγμένο σύζυγο με τουλάχιστον 10ετή γάμο και εφόσον ο θανών καταλείπει και χήρο σύζυγο, το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο χήρος επιζών σύζυγος, επιμερίζεται σε ποσοστό 75% για τον χήρο και 25% για τον διαζευγμένο. Για κάθε επιπλέον έτος έγγαμου βίου του διαζευγμένου, πέραν του δεκάτου μέχρι και του 35ου έτους, η σύνταξη του διαζευγμένου αυξάνεται κατά 1%, μειούμενης αναλόγως κατά 1% της σύνταξης του χήρου. Σε περίπτωση διάρκειας έγγαμου βίου του διαζευγμένου πέραν των 35 ετών έως τη λύση του, τα ποσοστά χήρου και διαζευγμένου επιμερίζονται κατά 50% και στους δύο.
Σημειώνουμε ότι το προκύπτον ποσοστό που δικαιούται ο χήρος επιζών σύζυγος περιορίζεται περαιτέρω σύμφωνα με τα ανωτέρω, όπως αναλύθηκαν στην ως άνω περ. i της παρ. 4 της κοινοποιούμενης διάταξης, χωρίς να επέρχεται μεταβολή στο δικαιούμενο ποσοστό που προκύπτει για τον διαζευγμένο σύζυγο, εκτός και εάν προκύπτει μείωση και για τον διαζευγμένο σύζυγο βάσει της ανωτέρω ρύθμισης.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που δεν υπάρχει χήρος, αλλά μόνο διαζευγμένος, οπότε ο διαζευγμένος σύζυγος δικαιούται το 25% της σύνταξης λόγω θανάτου εάν η διάρκεια του γάμου είναι 10ετής, προσαυξανόμενο κατά 1% για κάθε περαιτέρω έτος έγγαμου βίου μέχρι τα 35 έτη, οπότε το ποσοστό διαμορφώνεται σε 50%. Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός διαζευγμένοι, το ποσοστό της σύνταξης θανάτου του διαζευγμένου συζύγου υπολογίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω και επιμερίζεται ισόποσα μεταξύ αυτών.


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 4:

Εάν ο έγγαμος βίος του διαζευγμένου έχει διαρκέσει 28 έτη, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 57% της σύνταξης θανάτου του επιζώντα συζύγου (75% - 18%, όπου 18 είναι τα έτη του έγγαμου βίου πάνω στα οποία υπολογίζεται η μείωση του 1%) και ο διαζευγμένος το 43% (25% + 18%, όπου 18 είναι τα έτη του έγγαμου βίου πάνω στα οποία υπολογίζεται η αύξηση του 1%) αυτής.
Συνεπώς, στο ανωτέρω παράδειγμα εάν το ποσό της σύνταξης του θανόντος είναι €1000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50% της σύνταξης, δηλαδή €500. Ο επιζών σύζυγος θα λάβει τελικά το 57% των €500, δηλαδή €285, και ο/η διαζευγμένος/η σύζυγος το 43% των €500, δηλαδή €215.
Εάν δεν υπάρχει επιζών σύζυγος, ο/η διαζευγμένος σύζυγος θα λάβει και στην περίπτωση το ίδιο ποσό, δηλαδή €215 (43% x €500).
Εάν υπάρχει επιζών σύζυγος και δύο διαζευγμένοι σύζυγοι με 12 και 25 έτη έγγαμου βίου αντίστοιχα, το δικαιούμενο ποσοστό σύνταξης καθορίζεται με βάση τον μεγαλύτερο χρόνο εγγάμου βίου, δηλαδή την 25ετία. Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα λάβει το 60% της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος και το υπόλοιπο 40% θα επιμεριστεί μεταξύ των δύο διαζευγμένων. Συνεπώς, για ποσό σύνταξης του θανόντος ύψους €1000, ο επιζών σύζυγος δικαιούται €500. Ο επιζών σύζυγος θα λάβει τελικά το 60% των €500, δηλαδή €300, και κάθε διαζευγμένος σύζυγος το 20% των €500, δηλαδή €100.
iii) Στην περίπτωση ύπαρξης τέκνων, το ποσό της σύνταξης του θανόντος επιμερίζεται σε ποσοστό 25% για κάθε παιδί. Το ποσοστό αυτό διπλασιάζεται, αν πρόκειται για παιδί ορφανό και από τους δύο γονείς, δηλαδή διαμορφώνεται σε 50% για κάθε ορφανό τέκνο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν δικαιούται σύνταξη και από τους δύο γονείς.
Β) Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος συζύγου, του/των διαζευγμένου/νων συζύγου/ων και των τέκνων, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών. Στην περίπτωση, δε, που το άθροισμα των ποσοστών των δικαιούχων υπερβαίνει το ποσό αυτό, περιορίζεται ισόποσα το ποσοστό των τέκνων. Για παράδειγμα, εάν υπάρχει επιζών σύζυγος με τρία τέκνα, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου (περιοριζόμενο σύμφωνα με τα ανωτέρω σε περίπτωση που ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος και υφίσταται ηλικιακή διαφορά άνω της 10ετίας και ύπαρξης διαζευγμένου συζύγου), ενώ το υπόλοιπο 50% της σύνταξης λόγω θανάτου επιμερίζεται ισόποσα στα τρία τέκνα (δηλαδή κάθε τέκνο θα λάβει το 16,66% της σύνταξης). Εάν όμως είναι ορφανά τέκνα και από τους δύο γονείς που δεν δικαιούνται σύνταξης και από τους δύο γονείς, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει διαζευγμένος σύζυγος, κάθε τέκνο δικαιούται το διπλάσιο του ανωτέρω ποσοστού, δηλαδή το 33,33% της σύνταξης λόγω θανάτου. Συνεπώς, θα λάβουν το 100% της σύνταξης λόγω θανάτου. Εάν όμως υπάρχει διαζευγμένος σύζυγος με 15 έτη γάμου που δικαιούται σύνταξης λόγω θανάτου, ο διαζευγμένος δικαιούται το 30% της σύνταξης του επιζώντα συζύγου, δηλαδή το 15% της σύνταξης. Συνεπώς, το υπόλοιπο μέρος της σύνταξης λόγω θανάτου, δηλαδή το 85%, θα επιμεριστεί μεταξύ των τριών ορφανών τέκνων, και κάθε τέκνο θα λάβει το 28,33% της σύνταξης λόγω θανάτου. Αθροιστικά ο/η διαζευγμένος/η σύζυγος και τα τρία ορφανά τέκνα θα λάβουν το 100% της σύνταξης λόγω θανάτου.

Γ) Στην περίπτωση που η σύνταξη λόγω θανάτου καταβάλλεται στον επιζώντα ή στο διαζευγμένο σύζυγο μειωμένη, σύμφωνα με την παρ. 4Α και 5 του κοινοποιούμενου άρθρου (μειώσεις λόγω διαφοράς ηλικίας συζύγων πέραν των δέκα ετών, ανάληψη εργασίας από επιζώντα σύζυγο κλπ) και υφίστανται δικαιούχα τέκνα, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα.
Εφόσον, ωστόσο, εκλείψουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της σύνταξης στα τέκνα, λόγω συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας της παρ. 1 περ. Β της κοινοποιούμενης διάταξης, το ως άνω ποσό που περικόπτεται δεν καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή στον διαζευγμένο σύζυγο.
Συνεπώς, στα Παραδείγματα 2 και 3 προκύπτει μείωση της σύνταξης που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος λόγω ηλικιακής διαφοράς με τον θανόντα, το ποσό της σύνταξης που μειώνεται (€80 στο Παράδειγμα 2 και €275 στο Παράδειγμα 3) μεταβιβάζεται στα τέκνα που δικαιούνται σύνταξης λόγω θανάτου (ακόμη και εάν δεν πρόκειται για τέκνα του επιζώντος συζύγου αλλά τέκνα από προηγούμενο γάμο ή από αναγνώριση). Όταν λήξει το δικαίωμα συνταξιοδότησης των τέκνων το ποσό αυτό δεν επαναχορηγείται στον επιζώντα σύζυγο.
Σημειώνουμε ότι σε περίπτωση που κάποιο από τα δικαιοδόχα πρόσωπα απωλέσει το δικαίωμα συνταξιοδότησης, τα δικαιούμενα ποσοστά σύνταξης επαναπροσδιορίζονται. Για παράδειγμα, σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου με σύζυγο και 3 ανήλικα τέκνα, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 50% της σύνταξης και κάθε τέκνο το 16,66% αυτής (50%/3).
Σε περίπτωση που ένα εκ των τέκνων λ.χ. συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και παύσει το δικαίωμα συνταξιοδότησής του θα γίνει επαναπροσδιορισμός των ποσοστών των δικαιοδόχων. Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος θα εξακολουθήσει να λαμβάνει το 50% της σύνταξης και κάθε τέκνο το 25% αυτής. Συνολικά, τα δικαιοδόχα λαμβάνουν το 100% της σύνταξης λόγω θανάτου. Σε κάθε περίπτωση, ο επαναπροσδιορισμός των ποσοστών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 25% που έχει οριστεί από το νόμο ως ποσοστό των τέκνων.


Παράγραφος 5 - Ποσό σύνταξης

α) Στον επιζώντα σύζυγο καταβάλλεται ολόκληρη η σύνταξη για μία τριετία, με τα ποσοστά όπως προβλέπονται στην παράγραφο 4 του κοινοποιούμενου άρθρου, δηλαδή ποσοστό 50% ή το ποσοστό το οποίο αντιστοιχεί σε αυτόν μετά τις τυχόν μειώσεις, εάν ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος ή την ύπαρξη διαζευγμένου συζύγου (παρ. 4 Α).
β) Μετά την πάροδο της τριετίας και εφόσον συντρέχουν οι ηλικιακές προϋποθέσεις της παρ. 1 Α του κοινοποιούμενου άρθρου (το εδάφιο προστέθηκε με το αρ. 234 παρ. 1 του Ν. 4389/2016 - ΦΕΚ Α 94/2016), εάν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε άλλη πηγή, προβλέπεται μείωση κατά 50% του ποσού της σύνταξης που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος. Όπως προαναφέρθηκε, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται από τον επιζώντα σύζυγο μεταβιβάζεται στα δικαιοδόχα τέκνα (παρ. 4 Γ).
γ) Αν ο επιζών σύζυγος κατά το χρόνο του θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη, όπως αυτή προβλέπεται στην ως άνω περίπτωση α) του παραδείγματος για όσο χρόνο διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων. Και στην περίπτωση αυτή, όπως και για τη συνταξιοδότηση των ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, η αναπηρία πρέπει να συντρέχει κατά την ημερομηνία του θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου και όχι μεταγενέστερα.
Όσον αφορά στους/στις διαζευγμένους/ες συζύγους, μετά την τριετία ελέγχεται εάν εργάζονται ή λαμβάνουν σύνταξη από ίδιο δικαίωμα σύμφωνα με τα ανωτέρω, και το ποσό της περικοπής που προκύπτει μεταβιβάζεται στα δικαιοδόχα τέκνα (εφόσον υπάρχουν και ανεξάρτητα εάν πρόκειται για τέκνα από προηγούμενο γάμο ή από αναγνώριση).
Στο σημείο αυτό διευκρινίζουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του αρ. 2, από την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 (13.05.2016), η κύρια σύνταξη λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, αποτελείται από δύο τμήματα: την εθνική και την ανταποδοτική σύνταξη. Συνεπώς, σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου η σύνταξη υπολογίζεται με βάση τις διατάξεις του Ν.4387/2016 και στα δικαιοδόχα μεταβιβάζεται το ποσό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης που προκύπτει με βάση το χρόνο ασφάλισης του θανόντα. Σημειώνουμε ότι σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου που δεν είχε συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης λόγω γήρατος, αλλά συμπλήρωσε τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης λόγω αναπηρίας, για τον υπολογισμό του δικαιούμενου ποσού σύνταξης θεωρείται ότι ο ασφαλισμένος θα δικαιούτο πλήρη σύνταξη με βαθμό αναπηρίας άνω του 80%.
Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου για τον υπολογισμό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης λαμβάνεται ο χρόνος ασφάλισης (πραγματικής και προαιρετικής ασφάλισης ή αναγνωριζόμενος χρόνος ασφάλισης) που είχε ο θανών συνταξιούχος κατά την συνταξιοδότησή του.
Για παράδειγμα, εάν συνταξιούχος του ΕΤΑΑ - Τομέας Ασφάλισης Νομικών κατά τη συνταξιοδότησή του είχε πραγματοποιήσει 45 έτη ασφάλισης αλλά με βάση το ισχύον κατά τη συνταξιοδότησή του, νομοθετικό πλαίσιο, η σύνταξή του υπολογίστηκε 40 έτη ασφάλισης, η σύνταξη λόγω θανάτου θα υπολογιστεί για 45 έτη ασφάλισης. Αντίστοιχα, εάν ο ανωτέρω συνταξιούχος κατά τη συνταξιοδότησή του είχε πραγματοποιήσει 15 έτη ασφάλισης, αλλά η σύνταξή του υπολογίστηκε σύμφωνα με το ισχύον τότε νομοθετικό πλαίσιο για 23 έτη ασφάλισης η σύνταξη λόγω θανάτου θα υπολογιστεί για 15 έτη ασφάλισης.
Για τον υπολογισμό της εθνικής σύνταξης σε όσους είχαν καταστεί συνταξιούχοι λόγω γήρατος πριν το Ν.4387/2016, θεωρείται ότι είχαν συμπληρώσει 40 χρόνια διαμονής στην Ελλάδα μέχρι τη συνταξιοδότησή τους.
Για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται οι οριζόμενες στα άρθρα 14 και 33 του Ν. 4387/2016 για την αναπροσαρμογή των συντάξεων - προστασία των καταβαλλόμενων συντάξεων.
Ειδικά για αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου που κατατίθενται από την ισχύ του Ν.4387/2016 μέχρι 31/12/2018 και πρόκειται να υπολογιστούν βάσει του Ν.4387/2016 (βλέπε ενότητα «Έκταση Εφαρμογής») εφαρμόζονται οι διατάξεις του αρ. 94 παρ. 2, εδ. β΄ και γ΄ και αρ. 6 παρ. 1γ΄ του Ν. 4387/2016 .
Ειδικότερα, για τις συγκεκριμένες αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου θα ελέγχεται εάν το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης με βάση το νέο καθεστώς (καθαρό ποσό προ φόρου, δηλαδή αφαιρουμένων της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων του άρθρου 38 του Ν. 3863/2010 όπως ισχύει, της εισφοράς του αρ. 44 παρ. 11 του Ν. 3986/2011 και της εισφοράς για υγειονομική περίθαλψη, όπως αυτή υπολογίζεται με τις ρυθμίσεις του Ν. 4387/2016) υπολείπεται άνω του 20% της καταβαλλόμενης σύνταξης με βάση το προγενέστερο καθεστώς. Στην περίπτωση αυτή μέρος της διαφοράς, όπως καθορίζεται ανά έτος, καταβάλλεται στα δικαιοδόχα ως προσωπική διαφορά.
Ως καταβαλλόμενη σύνταξη λόγω θανάτου με βάση το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο θεωρείται το καθαρό προ φόρου ποσό της σύνταξης (ακαθάριστο ποσό σύνταξης αφαιρουμένων της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων του άρθρου 38 του Ν. 3863/2010 όπως ισχύει, της εισφοράς του αρ. 44 παρ. 11 του Ν. 3986/2011, της εισφοράς του Ν. 4024/2011 (άρθρο 2 παρ. 1 και 2), του Ν. 4051/2012 (άρθρο 6 παρ. 1), της ΥΑ 476/2012 (ΦΕΚ 499, Β΄) και του Ν. 4093/2012 (άρθρο πρώτο παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ5 περ. 1 και παρ. Β υποπαρ. Β3 περ. α) και της εισφοράς για υγειονομική περίθαλψη, όπως αυτή υπολογίζεται με τις ρυθμίσεις του Ν. 4387/2016).


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ συνταξιοδοτήσεων λόγω θανάτου

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1

`Ανδρας έγγαμος, χωρίς τέκνα, με 35 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτήθηκε με πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ την 1/2/2011 με ποσό σύνταξης 1.000 ευρώ, και ο οποίος πεθαίνει την 20/9/2019. Μετά την αναπροσαρμογή, η σύνταξή του θα αποτελείται πλέον από το τμήμα της εθνικής σύνταξης, δηλαδή €384, και από το ανταποδοτικό τμήμα, το οποίο υπολογιζόμενο βάσει των συντάξιμων αποδοχών, του χρόνου ασφάλισης και του ποσοστού αναπλήρωσης, είναι €516. `Αρα, η σύνταξη μετά την αναπροσαρμογή ανέρχεται στο ποσό των €900.
Η επιζώσα σύζυγος επομένως για την πρώτη τριετία θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος, όπως έχει διαμορφωθεί μετά την αναπροσαρμογή της (€900X50%=€450).
Αναλύεται σε:
Εθνική σύνταξη : €192
Ανταποδοτική σύνταξη: €258


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2

`Ανδρας έγγαμος με δύο ανήλικα τέκνα, με 35 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος με πλήρη σύνταξη από το ΙΚΑ - ΕΤΑΜ την 1/9/2019 με ποσό σύνταξης €900 (Εθνική Σύνταξη (Ε.Σ.) €384 και Ανταποδοτική Σύνταξη (Α.Σ) €516). Ο άνδρας αυτός αποβιώνει την 1/01/2020.
Η επιζώσα σύζυγος, ηλικίας 49 ετών κατά το χρόνο του θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου (Ε.Σ. €192, Α.Σ. €258 = €450) και τα δύο τέκνα θα λάβουν επιπλέον ποσοστό 25% το καθένα (δηλαδή Ε.Σ. €96 και Α.Σ. €129 έκαστο). Επομένως, η σύνταξη λόγω θανάτου, χήρας και τέκνων, στην περίπτωση αυτή είναι €900, όση και η σύνταξη γήρατος του θανόντος.
Η χήρα λαμβάνει το ανωτέρω ποσό για μία τριετία και δεδομένου ότι μετά τη λήξη της τριετίας δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας, συνεχίζει να λαμβάνει σύνταξη λόγω θανάτου, εφόσον τα τέκνα είναι ανήλικα ή σπουδάζουν και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας.
Στο παράδειγμά μας: έστω ότι το πρώτο σε ηλικία τέκνο τελειώνει τις σπουδές του σε ΑΕΙ το 2024 και το δεύτερο το 2027. Η ίδια συμπληρώνει τα 3 πρώτα έτη συνταξιοδότησης λόγω χηρείας την 31/1/2023. Τότε:
α) Αν μετά την πάροδο της τριετίας αυτής η επιζώσα σύζυγος εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που λαμβάνει θα μειωθεί κατά 50%, και συνεπώς θα λαμβάνει σύνταξη ύψους €225 (Ε.Σ. €96, Α.Σ. €129). Το ποσό των €225 που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα (το κάθε τέκνο επομένως θα λάβει επιπλέον ποσό €112,5 στη σύνταξη λόγω θανάτου).
Το έτος 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου και το επιπλέον ποσό των 112,5 ευρώ, που έλαβε, όταν μειώθηκε το ποσό της χήρας, θα μεταβιβαστεί στο έτερο τέκνο. Συνεπώς το δεύτερο τέκνο θα λάβει 225 ευρώ επιπλέον ποσό από την περικοπή του ποσού της σύνταξης της χήρας. Το 2027 παύει το δικαίωμα και του δεύτερου τέκνου. Συνεπώς, το 2027 διακόπτεται η συνταξιοδότηση της επιζώσας συζύγου, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον δικαιοδόχα τέκνα. Δεδομένου ωστόσο, ότι το 2027, η χήρα έχει συμπληρωμένο ήδη το 55ο έτος της ηλικίας της, το ποσό της σύνταξης θανάτου που δικαιούται, εφόσον εξακολουθεί να εργάζεται ή να λαμβάνει σύνταξη, δηλαδή τα €225 ευρώ, θα της επαναχορηγηθεί στο 67ο έτος της ηλικίας. β) Αν μετά την πάροδο της πρώτης τριετίας συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η χήρα δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, θα συνεχίσει να λαμβάνει το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου (Ε.Σ. €192, Α.Σ. €258 = €450). Το 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου και το 2027 του δεύτερου τέκνου. Συνεπώς, το 2027 διακόπτεται η συνταξιοδότηση της επιζώσας συζύγου, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν πλέον δικαιοδόχα τέκνα. Και στην περίπτωση αυτή, δεδομένου ότι το 2027 η χήρα έχει συμπληρωμένο ήδη το 55ο έτος της ηλικίας της, το ποσό της σύνταξης θανάτου που δικαιούται εφόσον εξακολουθεί να μην εργάζεται ή να μην λαμβάνει σύνταξη, δηλαδή τα €450, θα της επαναχορηγηθεί στο 67ο έτος της ηλικίας.


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3

Έστω ότι στο ανωτέρω παράδειγμα κατά το χρόνο θανάτου (δηλαδή την 1/01/2020) το δεύτερο εκ των ανωτέρω δύο τέκνων είναι άγαμο και ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία (στο παράδειγμά μας κατά την ημερομηνία θανάτου του πατρός ήταν μικρότερο του 24ου έτους της ηλικίας). Στην περίπτωση αυτή η σύνταξη λόγω θανάτου της χήρας και του τέκνου αυτού συνεχίζει να καταβάλλεται και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του τέκνου. Η ίδια συμπληρώνει τα 3 πρώτα έτη συνταξιοδότησης λόγω χηρείας την 31/1/2023. Τότε:
α) Αν μετά την πάροδο της τριετίας αυτής, εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, το ποσό της θα μειωθεί κατά 50%, δηλαδή θα περιοριστεί σε €225 (Ε.Σ. €96 + Α.Σ. €129 = €225). Το ποσό που περικόπτεται επιμερίζεται στα τέκνα. Το έτος 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου. και το επιπλέον ποσό των 112,5 ευρώ που ελάμβανε από την περικοπή του ποσού της χήρας θα μεταβιβαστεί στο έτερο τέκνο. Το ποσό σύνταξης λόγω θανάτου της χήρας όσο και εκείνο του δεύτερου τέκνου θα συνεχίσει να καταβάλλεται και μετά το 2027 (οπότε το ανίκανο τέκνο συμπληρώνει το 24ο έτος της ηλικίας), όπως έχει διαμορφωθεί μετά τον επιμερισμό των ποσών.
β) Αν μετά την πάροδο της τριετίας αυτής, δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η επιζώσα σύζυγος θα συνεχίσει να λαμβάνει το 50% της σύνταξης του θανόντος. Το 2024 παύει το δικαίωμα συνταξιοδότησης του πρώτου τέκνου ενώ το
δεύτερο ανίκανο τέκνο και η επιζώσα σύζυγος θα συνεχίσουν να λαμβάνουν το ποσό της σύνταξης που τους αντιστοιχεί και μετά το 2027, δηλαδή €450 για τη χήρα (Ε.Σ. € 192 + Α.Σ. €258 = €450) και για το δεύτερο τέκνο €225 (Ε.Σ.€96 + Α.Σ. €129 = €225 + €112,5 επιπλέον ποσό που μεταβιβάστηκε από το πρώτο τέκνο, σύνολο €337,5).


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 4

`Ανδρας έγγαμος, χωρίς τέκνα, με 35 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαμονής στην Ελλάδα συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος από το ΙΚΑ την 1/9/2016 με ποσό σύνταξης 900 ευρώ (Ε.Σ. €384 και Α.Σ. €516, χωρίς να δικαιούται προσωπική διαφορά), ο οποίος πεθαίνει 20/10/2019. Η επιζώσα σύζυγος, ετών 56 κατά το χρόνο θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος (50% x €900) για τρία έτη (1/11/2019 έως 31/10/2022). Η σύνταξη της αναλύεται σε :
Ε.Σ. €192 Α.Σ. €258

Μετά την τριετία:

α) αν δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, συνεχίζει η καταβολή της ως άνω σύνταξης (€450) εφ΄ όρου ζωής, αν δεν συντρέξουν λόγοι παύσης του δικαιώματος ή μείωσης του ποσού.
β) αν εργάζεται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η σύνταξη θα περιοριστεί κατά 50% ήτοι:
Ε.Σ.: €96 Α.Σ.: €129


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 5

Γυναίκα λαμβάνει αναπηρική σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος, με βαθμό αναπηρίας 70%, ύψους €600 (Ε.Σ. €288 + Α.Σ €312). Ο ασφαλισμένος σύζυγος πεθαίνει την 15.02.2020 και δικαιούτο σύνταξης ύψους €900 (Ε.Σ. €384 + Α.Σ. €516)
Την πρώτη τριετία, η επιζώσα σύζυγος λαμβάνει κανονικά την σύνταξη εξ ιδίου δικαιώματος και η σύνταξη λόγω θανάτου που θα λάβει αντιστοιχεί στο 50% της σύνταξης που δικαιούτο ο θανών (50% x €900 = €450 και αναλύεται σε Ε.Σ. €192 + Α.Σ.
€258).
Σύνολο συντάξεων εξ ιδίου δικαιώματος και θανάτου: €1050 (Ε.Σ. 288+192 και Α.Σ. 312+258).
Μετά την τριετία η σύνταξη λόγω θανάτου θα παραμείνει στο ίδιο ποσό, δεδομένου ότι η επιζώσα είναι ανάπηρη με ποσοστό 67% και άνω και συνεπώς λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων.
Σύνολο συντάξεων εξ ιδίου δικαιώματος και θανάτου: €1050.


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 6

`Ανδρας έγγαμος, με 2 ανήλικα τέκνα και συνταξιούχος με πλήρη σύνταξη γήρατος ήδη από το έτος 2010 και με ποσό σύνταξης 900 ευρώ. Αποβιώνει στις 26.10.2016. Η επιζώσα σύζυγος, υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης το Νοέμβριο του 2016. Για να βρεθεί το ποσό της απονεμόμενης στα δικαιοδόχα μέλη σύνταξης, ούτως ώστε να επακολουθήσει ο επιμερισμός των ποσοστών σε αυτά με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου άρθρου, υπολογίζουμε ως εξής:
Ποσό σύνταξης θανάτου πριν το Ν. 4387/2016 (καθαρό προ φόρου) : €900 Ποσό σύνταξης θανάτου με βάση το Ν. 4387/2016 (καθαρό προ φόρου): €700 ευρώ Διαφορά σύνταξης μεταξύ προγενέστερου και νέου καθεστώτος υπολογισμού της σύνταξης : €900 - €700 = €200
Η ποσοστιαία διαφορά μεταξύ των δύο καθεστώτων είναι 22,22% (€200:€900Χ100=22,22%)
Δεδομένου ότι το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονέμονταν σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.
Συνεπώς στο παράδειγμά μας: το ήμισυ του ποσού της προσωπικής διαφοράς που προκύπτει σε ποσοστό άνω του 20%: €200:2 = €100 η προσωπική διαφορά
Επομένως, ποσό απονεμόμενης σύνταξης στα δικαιοδόχα μέλη πριν τον επιμερισμό των ποσοστών: €700 + €100 (Π.Δ.) = €800 ευρώ


Λήψη σύνταξης λόγω θανάτου από τον ΟΓΑ

Οι διατάξεις του άρθρου 12 του Ν.4387/2016 έχουν εφαρμογή και σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του ΟΓΑ.
Συνεπώς, για θανάτους από 13/5/2016 έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του κοινοποιούμενου άρθρου σχετικά με τους όρους χορήγησης της σύνταξης λόγω θανάτου, τα δικαιοδόχα πρόσωπα, το δικαιούμενο ποσοστό, τη λήξη του δικαιώματος, τον περιορισμό του καταβαλλόμενου ποσού στον επιζώντα μετά την τριετία κ.λ.π.
Εξυπακούεται ότι για θανάτους μέχρι 31/12/2016 τα δικαιοδόχα θα λάβουν το ποσοστό της σύνταξης λόγω θανάτου που προκύπτει σύμφωνα με την κοινοποιούμενη διάταξη, υπολογιζόμενο επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή έχει δικαιωθεί ο θανών σύζυγος σύμφωνα με τις διατάξεις όπως ισχύουν στον ΟΓΑ έως 31/12/2016. Για θανάτους από 1/1/2017 και μετά το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που επιμερίζεται στα δικαιοδόχα προκύπτει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 99 του Ν.4387/2016.
Όσον αφορά στις διατάξεις των άρθρων 1 - 4 του ν.1140/1981, όπως ισχύουν, με τις οποίες προβλέπεται η χορήγησης της βασικής σύνταξης του ν.4169/1961 σε κάθε ορφανό παιδί θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου ΟΓΑ υπό προϋποθέσεις, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2 του ν.4169/2011 που προβλέπουν τη χορήγηση της βασικής σύνταξης σε χήρες άνω των 67 ετών όταν ο θανών σύζυγος λάμβανε τη βασική σύνταξη του ΟΓΑ, δεν έχουν εφαρμογή μετά την ισχύ του Ν.4387/2016. Οι περιπτώσεις αυτές αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τα ανωτέρω.


Παράγραφος 6

Στην παράγραφο αυτή, προβλέπεται η ασφαλιστική τακτοποίηση του άνεργου επιζώντος συζύγου ή διαζευγμένου, στην περίπτωση που προσληφθεί ως μισθωτός ή προβεί σε έναρξη οικονομικής δραστηριότητας, με την καταβολή από το Δημόσιο για χρονικό διάστημα 2 ετών των ασφαλιστικών εισφορών του, εφόσον βέβαια αυτό συμβεί εντός πέντε ετών από την πρώτη καταβολή της σύνταξης λόγω θανάτου. Κατά τα λοιπά, το ποσοστό της σύνταξης λόγω θανάτου εξακολουθεί να είναι αυτό όπως έχει οριστεί στην παράγραφο 5β της κοινοποιούμενης διάταξης. Με Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, θα ρυθμιστεί κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή της πρόβλεψης της παραγράφου αυτής.


Παράγραφος 7

Με την κοινοποιούμενη διάταξη, καταργείται κάθε άλλη γενική ή καταστατική διάταξη που ρυθμίζει το θέμα διαφορετικά. Ως εκ τούτου καταργούνται και οι διατάξεις του αρ. 8 παρ. 14 του Ν. 2592/1998, όπως ισχύει, ειδικά στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου. Συνεπώς, για θανάτους από την ισχύ του Ν. 4387/2016 και εφεξής, σε περιπτώσεις παροχής εργασίας του επιζώντος συζύγου και του θανόντα στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του κοινοποιούμενου άρθρου. Σημειώνουμε, ότι οι καταβαλλόμενες με το προγενέστερο καθεστώς συντάξεις λόγω θανάτου, διατηρούνται ως έχουν με την επιφύλαξη των διατάξεων του αρ. 14 του Ν.4387/2016.


ΕΚΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Οι ρυθμίσεις της κοινοποιούμενης διάταξης, εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο θάνατος επήλθε μετά την έναρξη εφαρμογής του Ν. 4387/2016, ήτοι από 13.05.2016 και εφεξής.
Για θανάτους που επήλθαν έως και την 12.05.2016, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:
- Εάν η έναρξη καταβολής της σύνταξης λόγω θανάτου ανατρέχει σε χρόνο πριν την 13.05.2016, τότε τόσο τα ποσοστά των δικαιοδόχων μελών, όσο και ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης λόγω θανάτου, θα γίνει με το προγενέστερο του Ν. 4387/2016 -ανά φορέα ασφάλισης- καθεστώς.
- Εάν η έναρξη καταβολής πραγματοποιείται σε χρόνο από την 13.05.2016 και εφεξής (στις περιπτώσεις δηλαδή που έχει παρέλθει η προβλεπόμενη ανά φορέα ασφάλισης προθεσμία), τα ποσοστά των δικαιοδόχων μελών θα υπολογιστούν με βάση το προγενέστερο ανά φορέα ασφάλισης καθεστώς, αλλά ο υπολογισμός της σύνταξης λόγω θανάτου θα γίνει με βάση τις διατάξεις του Ν. 4387/2016.


ΑΡΘΡΟ 16 - Δικαιώματα αντισυμβαλλομένου συμφώνου συμβίωσης

Με τις διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 4387/2016, προβλέπεται ότι τα πρόσωπα που συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης με βάση τις διατάξεις του Ν. 4356/2015 (Α181), εξομοιώνονται, ανεξάρτητα από το φύλο τους, πλήρως με τους εγγάμους, ως προς κάθε κοινωνικοασφαλιστικό δικαίωμα, παροχή, υποχρέωση ή περιορισμό , σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4387/2016 ή της εν γένει κοινωνικοασφαλιστικής και προνοιακής νομοθεσίας.
Έτσι, για παράδειγμα, τα πρόσωπα που συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης με βάση τις διατάξεις του Ν. 4356/2015 (Α181), εξομοιώνονται με τους εγγάμους ως προς την εφαρμογή των διατάξεων της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας που αφορούν την ασφαλιστική και συνταξιοδοτική αντιμετώπιση των επιζώντων συζύγων.
Παράλληλα, με την παρ. 10α του άρθρου 48 του Ν. 3996/2011 ορίστηκαν τα πρόσωπα που θεωρούνται ως προστατευόμενα μέλη οικογένειας ασφαλισμένου ή συνταξιούχου λόγω γήρατος ή αναπηρίας ενώ με το άρθρο 12 του Ν. 4356/2016 ορίστηκε ότι διατάξεις νόμων που αφορούν συζύγους εφαρμόζονται αναλόγως και στα μέρη του συμφώνου συμβίωσης, εφόσον δεν υπάρχει διαφορετική ρύθμιση στον ίδιο ή άλλο νόμο που να αφορά τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.
Κατά συνέπεια, η ανωτέρω διάταξη που αφορά την υγειονομική περίθαλψη προστατευόμενων μελών οικογένειας ασφαλισμένου ή συνταξιούχου εφαρμόζεται αναλόγως και στα προστατευόμενα μέλη ασφαλισμένων που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4356/2016 (αναλυτικές οδηγίες έχουν δοθεί με το Φ80000/οικ.3127/117/1-3-2016 -ΑΔΑ:71ΔΠ465Θ1Ω-ΒΚΤ έγγραφό μας)


Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ